Χρυσός στατήρας Κροίσου Λυδίας με παράσταση λιονταριού και βοδιού (561 – 546 π.Χ.) Όταν το κλίμα είναι καλό συνοδεύεται από κινήσεις συνεργα...
Χρυσός στατήρας Κροίσου Λυδίας με παράσταση λιονταριού και βοδιού (561 – 546 π.Χ.) |
Όταν το κλίμα είναι καλό συνοδεύεται από κινήσεις συνεργασίας και εμπιστοσύνης, που στην προκειμένη περίπτωση αφορούν στον κοινό αγώνα Ελλάδας και Τουρκίας κατά της αρχαιοκαπηλίας και του παράνομου εμπορίου αρχαιοτήτων.
Στο πλαίσιο αυτό η συνεργασία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποδίδει καρπούς, αυτή τη φορά για την γειτονική χώρα. Πρόκειται για την επιστροφή στην Τουρκία 1.055 αρχαίων νομισμάτων της Λυδίας, που είχαν κατασχεθεί από τις ελληνικές αρχές στον συνοριακό σταθμό των Κήπων του Έβρου.
Τα νομίσματα κατασχέθηκαν, γιατί ήταν προϊόντα παράνομης ανασκαφής και διακίνησης και είχαν εξαχθεί παράνομα από την Τουρκία. Έτσι η επιστροφή τους γίνεται σήμερα το μεσημέρι σε ειδική τελετή στο Νομισματικό Μουσείο, όπου η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη θα παραδώσει αυτό το τεράστιο σύνολο σπάνιων νομισμάτων, που χρονολογούνται από τον 7ο π.Χ. ως τον 5ο π.Χ. αιώνα στον τούρκο ομόλογό της Μεχμέτ Νούρι Έρσοϊ.
Όπως αναφέρουν τουρκικά Μέσα Ενημέρωσης τα νομίσματα εντοπίσθηκαν κατά τη διάρκεια έρευνας, που έγινε στους Κήπους μετά από υποψίες, που προκλήθηκαν στις αρχές.
Έτσι έγινε η κατάσχεσή τους, με την Τουρκία να ενημερώνεται σχετικά, μέσω φωτογραφικού υλικού, που παραδόθηκε από την Ελλάδα. Από την μελέτη του, τούρκοι επιστήμονες ταυτοποίησαν τα νομίσματα καταλήγοντας στο συμπέρασμα, ότι στο σύνολό τους προέρχονταν από την Τουρκία και συγκεκριμένα από το πλούσιο βασίλειο της Λυδίας κυρίως, που εξαπλωνόταν στην αρχαιότητα σε όλη την δυτική και κεντρική Μικρά Ασία.
Ακολούθησαν διμερείς, διπλωματικές συνεννοήσεις μεταξύ των χωρών και εν τέλει τα κατασχεθέντα αρχαία επιστρέφουν στον τόπο τους.
Ο έκτος στατήρας από ήλεκτρο (φυσικό κράμα χρυσού και αργύρου), χωρίς εικονογραφικό τύπο (τέλη 7ου π.Χ. αιώνα). Από την Νομισματική συλλογή της Alpha Bank. |
Προέλευση η Λυδία
Στα νομίσματα, πλην της Λυδίας περιλαμβάνονται και κοπές από άλλες σημαντικές πόλεις της Ανατολίας, όπως η Σίδη και η Άσπενδος, που ήταν αρχαίες ελληνικές πόλεις της Παμφυλίας, η Ταρσός και οι Σόλοι (Πομπηιόπολη) μία ελληνική παράκτια πόλη στην Κιλικία.
Όπως αναφέρεται, μεταξύ των τούρκων εμπειρογνωμόνων, που συμμετείχαν στην εξέταση των νομισμάτων ήταν ο Ούλκου Ντεβιτζίογλου, νομισματολόγος του Μουσείου Πολιτισμών της Ανατολίας στην Άγκυρα, και ο αν. καθηγητής Χουσεΐν Κόκερς.
Και οι δύο υπογραμμίζουν την σημασία αυτών των νομισμάτων για την κατανόηση του ρόλου των παράκτιων περιοχών της Ανατολίας στο εμπόριο της Μεσογείου επισημαίνοντας, ότι αναδεικνύουν την σημασία της περιοχής ως βασικό εμπορικό κόμβο κατά την αρχαιότητα.
Παράλληλα τα τουρκικά μέσα επικροτούν ως σημαντικό βήμα για την καταπολέμηση της λαθρεμπορίας πολιτιστικών αγαθών το όλο γεγονός τονίζοντας, ότι αυτή η επιτυχημένη επιστροφή των λυδικών νομισμάτων αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας για την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών.
Σύμφωνα με αξιωματούχους του τουρκικού υπουργείου έτσι, αυτή η κίνηση στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα για τη δέσμευση των δύο χωρών να αντιμετωπίσουν το παράνομο εμπόριο έργων της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Τα πρώτα νομίσματα
Όπως είναι γνωστό, τα πρώτα νομίσματα στον κόσμο με την μορφή μικρών σφαιριδίων από ήλεκτρο είχαν κοπεί στην Λυδία στις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα – όπως θεωρείται- επί βασιλείας, πιθανόν του βασιλιά Γύγη. Το μεγαλύτερο νομισματοκοπείο μάλιστα, βρισκόταν στην πρωτεύουσα του βασιλείου, τις Σάρδεις, παράγοντας μεγάλες ποσότητες νομισμάτων.
Φημισμένος για τα αμύθητα πλούτη του ήταν όμως ο βασιλιάς Κροίσος της Λυδίας (560 π.Χ. – 546 π.Χ.), ο οποίος έκοψε και το πρώτο νόμισμα στον κόσμο σε καθαρό χρυσό ή ασήμι, καταργώντας το ήλεκτρο.
Σε μόνιμη σύγκρουση με τους Πέρσες -μεταξύ άλλων- η Λυδία είχε καταληφθεί ωστόσο από τον Κύρο αποτελώντας για μακρύ χρόνο στη συνέχεια, Περσική Σατραπεία. Ώσπου, κατά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ασία να καταληφθεί από τον Παρμενίωνα και να αποκτήσει έτσι, μία ελευθερία αυτοδιοίκησης.
Αργότερα πέρασε στους Ρωμαίους και στη συνέχεια αποτέλεσε τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας έως ότου την κατέλαβαν οι Οθωμανοί, το 1361.
Τα κατασχεθέντα νομίσματα πάντως, και σύμφωνα με τον τουρκικό Τύπο, αφού συντηρηθούν και καθαριστούν στο Κέντρο Αποκατάστασης και Συντήρησης της Κωνσταντινούπολης και στο Περιφερειακό Εργαστήριο, θα εκτεθούν στην συνέχεια στα Αρχαιολογικά Μουσεία της Κωνσταντινούπολης.
Σημειώνεται εξάλλου, ότι από το 2002 περισσότερα από 13.000 αντικείμενα έχουν επαναπατριστεί στην Τουρκία, συμπεριλαμβανομένων 1.149 αντικειμένων μόνο το 2024.
Πηγή: Μ. Θερμού, MonoNews
Δεν υπάρχουν σχόλια