Εκπρόσωποι των MOMus, Μπενάκη και ΕΜΣΤ μιλούν για τις νέες έντυπες και ηλεκτρονικές εκδόσεις τους. Δεν πρόλαβε να έρθει η είδηση ότι το «Χτα...
Εκπρόσωποι των MOMus, Μπενάκη και ΕΜΣΤ μιλούν για τις νέες έντυπες και ηλεκτρονικές εκδόσεις τους.
Δεν πρόλαβε να έρθει η είδηση ότι το «Χταπόδι» – το καινούργιο περιοδικό του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης – «έριξε» το μελάνι του στον διαδικτυακό κόσμο και μία ακόμη φρέσκια περιοδική έκδοση βγήκε από το τυπογραφείο για να κατακτήσει το φιλότεχνο κοινό από τον μεγαλύτερο δημόσιο μουσειακό οργανισμό, το MOMus της Θεσσαλονίκης, υπό τον τίτλο «The MOMus magazine». Κι όλα αυτά τη στιγμή που ένα μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας μάς ενημέρωνε ότι το περιοδικό του Μουσείου Μπενάκη επιστρέφει στην κυκλοφορία, ύστερα από διακοπή επτά ετών. «ΤΑ ΝΕΑ» παρατηρώντας την τάση θέλησαν να καταγράψουν ποια ανάγκη ωθεί τα μουσεία να εκδίδουν περιοδικά, σε ποιο κοινό απευθύνονται και εν τέλει ποια ανταπόκριση βρίσκουν.
Μεγάλη ζήτηση
«Είναι ένα εργαλείο, μια πρόταση που μας επιτρέπει να παρακολουθούμε την επικαιρότητα μέσα από το βλέμμα του MOMus», εξηγεί η γενική διευθύντρια του μουσειακού οργανισμού της Θεσσαλονίκης, Φανή Τσατσάια για το πρώτο τεύχος του «MOMus magazine» που κυκλοφόρησε τον προηγούμενο μήνα. Πρόκειται για ένα δίγλωσσο (ελληνικά – αγγλικά) περιοδικό 48 σελίδων μεγάλου σχήματος που παραπέμπει στην αισθητική των free press και θα κυκλοφορεί τέσσερις φορές τον χρόνο. «Απευθυνόμαστε σε ένα υποψιασμένο ενήλικο κοινό με ενδιαφέρον για τα μουσεία, που αναζητά εναλλακτικές λύσεις για τον ελεύθερο χρόνο του, αλλά προς το παρόν όχι σε παιδιά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το περιεχόμενο είναι απαγορευτικό ή ακατάλληλο» προσθέτει. Το πρώτο τεύχος κυκλοφόρησε σε 2.000 αντίτυπα και διατίθεται δωρεάν στους χώρους του MOMus Θεσσαλονίκης και Αθήνας (Μουσείο Αλεξ Μυλωνά), αλλά και στο lounge της Aegean στη Θεσσαλονίκη, ωστόσο η επόμενη έκδοση προβλέπεται να έχει μεγαλύτερο τιράζ καθώς υπάρχει μεγάλη ζήτηση.
«Ξεκινήσαμε να δημιουργήσουμε μόνο ψηφιακή έκδοση, η οποία είναι διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του MOMus τόσο για περιβαλλοντικούς λόγους, όσο και για να είναι προσιτή σε όσους δεν βρίσκονται στην εμβέλεια των μουσείων μας. Αγαπάμε όμως και το χαρτί και αποφασίσαμε να προχωρήσουμε ταυτοχρόνως και στο έντυπο. Η επιλογή μας δικαιώθηκε. Ο κόσμος παίρνει το περιοδικό μαζί του. Δεν το βρίσκουμε πεταμένο μερικά μέτρα πιο μακριά» λέει η Φανή Τσατσάια. Οσο για το κόστος παραγωγής υποστηρίζει ότι δεν είναι απαγορευτικό και ότι το έντυπο λειτουργεί ελκυστικά τόσο για τους χορηγούς, όσο και για το κοινό, αποδίδοντάς του μάλιστα μέρος της αύξησης στην προσέλευση επισκεπτών.
Διπλός ρόλος
Διαφορετικό είναι το προφίλ του περιοδικού του Μουσείου Μπενάκη, όπως μας εξηγεί η υπεύθυνη σύνταξής του Μάρια Διαμάντη. «Θα μπορούσε να το περιγράψει κάποιος και ως βιβλίο καθώς έχει διπλό ρόλο: αποτελεί ένα επιστημονικό βήμα για την παρουσίαση των πολλών διαφορετικών ειδών αντικειμένων που βρίσκονται στις συλλογές του Μουσείου Μπενάκη και καταγράφει το πλήθος δραστηριοτήτων του μουσείου, όπως και τα νέα του αποκτήματα. Εχει σαφώς πολυποίκιλο επιστημονικό περιεχόμενο που καλύπτει τους τομείς της αρχαιολογίας, της λαογραφίας, της κοινωνικής ανθρωπολογίας, της μουσειολογίας, της ιστορίας, της ιστορίας της τέχνης και της αρχιτεκτονικής, αλλά απευθύνεται και στο ευρύτερο εγγράμματο κοινό. Ουσιαστικά δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να δει όσα συμβαίνουν στο μουσείο, αλλά δεν φαίνονται και μάλιστα συγκεντρωμένα και όχι διάσπαρτα στο χαοτικό Διαδίκτυο» περιγράφει η Μάρια Διαμάντη το πολύγλωσσο περιοδικό που αποτέλεσε μια ιδέα του αείμνηστου Αγγελου Δεληβορριά και πρωτοκυκλοφόρησε το 2001.
Εκτοτε μετρά 12 ετήσια τεύχη, 12 παραρτήματα και μία ειδική έκδοση – αφιέρωμα στον εμπνευστή του. Κάθε τεύχος διαθέτει περί τις 300 σελίδες και πωλείται σε έντυπη μορφή προς 20 ευρώ στα πωλητήρια των παραρτημάτων του μουσείου και σε κεντρικά βιβλιοπωλεία, ενώ παλαιότερα τεύχη έχουν ψηφιοποιηθεί σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και διατίθενται δωρεάν από την ιστοσελίδα Journal.benaki.gr.
Το τιράζ του τρέχοντος τεύχους που καλύπτει τα έτη 2015-17 και περιλαμβάνει αφιέρωμα στον ιδρυτή του μουσείου, Αντώνη Μπενάκη, φτάνει τα 500 αντίτυπα. Λιγότερα από ό,τι στο παρελθόν, αλλά επιλογή του μουσείου είναι να επιμένει στην έντυπη μορφή, διότι «το χαρτί είναι αναντικατάστατο, το σκρολάρισμα που συνοδεύει μια διαδικτυακή έκδοση ταιριάζει περισσότερο σε θέματα επικαιρότητας».
Συμμετοχή στον δημόσιο λόγο
Μια διπλή ανάγκη γέννησε το «Χταπόδι», το δίγλωσσο περιοδικό του ΕΜΣΤ, σύμφωνα με τον αρχισυντάκτη του Θεόφιλο Τραμπούλη. «Η μία έγκειται στο ότι το μουσείο εκτός από εκθέσεις παράγει και λόγο, επιπλέον κείμενα στοχασμού και εμβάθυνσης πάνω στο εκθεσιακό πρόγραμμά του. Η άλλη σχετίζεται με το ότι το μουσείο θέλει να έχει ενεργό συμμετοχή στον δημόσιο λόγο». Το πρώτο τεύχος κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο με τον θεματικό του άξονα να περιστρέφεται γύρω από την πολιτιστική και πολιτική μνήμη του AIDS. Το περιοδικό θα είναι παρόν δύο φορές τον χρόνο απευθυνόμενο «σε ένα ευρύτερο κοινό από εκείνο που περνά τις πύλες του μουσείου, είτε βρίσκονται εκτός Αθηνών ή και εκτός Ελλάδας». Η επιλογή να είναι αποκλειστικά διαδικτυακό έγινε ώστε «να έχει μεγαλύτερη διάχυση, για περιβαλλοντικούς και οικονομικούς λόγους, αλλά κι επειδή άμεσα σχεδιάζεται να ενσωματώσει ήχο και εικόνα», σύμφωνα με τον Θεόφιλο Τραμπούλη. Και η ανταπόκριση του κοινού υπήρξε θετική – χωρίς να λείψουν κάποια σχόλια σχετικά με το επιτηδευμένο λεξιλόγιο ορισμένων κειμένων – καθώς στις πρώτες εβδομάδες κυκλοφορίας του συγκέντρωσε περί τους 5.000 επισκέπτες».
Πηγή: Μ. Αδαμοπούλου, Τα Νέα
Δεν υπάρχουν σχόλια