Το Βυζαντινό Παλάτι του Μυστρά άρχισε να χτίζεται στο πλάτωμα του ομώνυμου λόφου σχεδόν αμέσως μετά την ίδρυση του κάστρου του λεγόμενου «Μυ...
Τα Χριστούγεννα του 1954, ο 17χρονος τότε Στέφανος Σίνος επισκέφθηκε μαζί με δύο συμμαθητές του τον Μυστρά για πρώτη φορά. Είχε ήδη αποφασίσει να γίνει αρχιτέκτονας και γοητευόταν ιδιαίτερα από τα αρχαία και μεσαιωνικά μνημεία της χώρας του. Το θέαμα όμως που αντίκρισε στον αρχαιολογικό χώρο της υστεροβυζαντινής καστροπολιτείας και ειδικά όταν έφτασε στο περίφημο Παλάτι των Δεσποτών, τον άφησε άναυδο. «Είδα ένα ολόκληρο Παλάτι, σε μια κατάσταση που μου φάνηκε άγρια, επικίνδυνη», λέει σήμερα στην «Κ».
Θυμάται ότι είχε σταθεί μπροστά στο μνημείο για να φωτογραφηθεί από τους συμμαθητές του, αλλά ο νους του έτρεχε. «Δεν γνώριζα ποιος είχε συντηρήσει το Παλάτι», συνεχίζει. «Αργότερα, όταν ήμουν πια καθηγητής, γνώρισα τον Αναστάσιο Ορλάνδο που είχε αναλάβει τις συντηρήσεις του 1937-39 και μου εξήγησε με ποιο τρόπο είχε ασφαλίσει πράγματι το μνημείο. Ωστόσο, είχαν γίνει καταστροφές λόγω του καιρού. Εχοντας επισκεφθεί το μέρος κι άλλες φορές στο μεταξύ, αποφάσισα ότι κάτι πρέπει να κάνουμε. Σκέφτηκα ότι το Παλάτι δεν μπορεί να μείνει έτσι».
Ο Βιλλεαρδουίνος
Σχεδόν επτά αιώνες νωρίτερα και συγκεκριμένα το 1249, μερικές δεκαετίες μετά την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, ο Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος, ο Φράγκος ηγεμόνας του Πριγκιπάτου της Αχαΐας, έχτισε το κάστρο του λεγόμενου «Μυζηθρά» στην κορυφή του ομώνυμου λόφου, προκειμένου να προστατεύσει την κοιλάδα του Ευρώτα από τις επιθέσεις της σλαβικής φυλής των Μηλιγγών. Σε ένα χαμηλότερο σημείο του λόφου ανήγειρε και ένα κτίσμα που χρησιμοποιούσε ως κατοικία όταν επισκεπτόταν την περιοχή. Το 1259, ωστόσο, ο Γουλιέλμος ηττήθηκε από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο στη μάχη της Πελαγονίας και το 1262 συμφώνησε μεταξύ άλλων να του παραχωρήσει το κάστρο.
Εκτοτε και για τους επόμενους δύο αιώνες, ο Μυστράς θα γινόταν η πρωτεύουσα του ημιαυτόνομου Δεσποτάτου του Μορέως, με πρώτο «Δεσπότη» τον Μανουήλ Καντακουζηνό και θα εξελισσόταν σε σημαντικό οικονομικό και πνευματικό κέντρο της ύστερης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Παράλληλα, πέριξ της αρχικής κατοικίας του Γουλιέλμου, το Παλάτι των Δεσποτών θα χτιζόταν σταδιακά, αποκτώντας νέες πτέρυγες, που φιλοξενούσαν κατοικίες ή διοικητικές υπηρεσίες. Εφτασε στην πιο μεγαλοπρεπή μορφή του στις αρχές του 15ου αιώνα, αποτυπώνοντας μορφολογικά τις απόπειρες των Παλαιολόγων να αναδιοργανώσουν την αυτοκρατορία. Τότε ήταν που στη δυτική πτέρυγα του Παλατιού διαμορφώθηκε και η αίθουσα του θρόνου.
Ο Στέφανος Σίνος ξεναγεί τον Ζισκάρ ντ’ Εστέν στο Παλάτι των Δεσποτών. |
Ο Στέφανος Σίνος τα γνώριζε όλα αυτά. Είχε υπηρετήσει ως επιμελητής στην έδρα της Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου της Καρλσρούης και στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ήταν πλέον καθηγητής αρχιτεκτονικής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Εκείνη την εποχή, ο γενικός γραμματέας της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας Γεώργιος Μυλωνάς, τον πληροφόρησε ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, επιθυμούσε εκτός από τις ανασκαφές του Μανόλη Ανδρόνικου στη Μακεδονία, να υποστηρίξει και την αποκατάσταση κάποιου βυζαντινού μνημείου, στη νότια Ελλάδα.
Ο Στέφανος Σίνος εξέθεσε στον Μυλωνά και στον Καραμανλή τις απόψεις του για τις δυνατότητες αποκατάστασης των μνημείων του Μυστρά και στις αρχές του 1984 πραγματοποιήθηκε μια συνάντησή τους με την υπουργό Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη. Ολοι συμφώνησαν ότι το έργο έπρεπε να προχωρήσει. Η σχετική ομάδα εργασίας συστήθηκε εκείνη τη χρονιά και σύντομα, εκτός από τις πρώτες μελέτες διοργάνωσε και ένα μεγάλο διεθνές συνέδριο στον Μυστρά.
Οι εργασίες αποκατάστασης βέβαια θα απαιτούσαν πολλά χρόνια: ο μεγαλύτερος όγκος τους διήρκεσε περίπου από το 1990 μέχρι το 2015, με τον Στέφανο Σίνο να προεδρεύει της επιστημονικής επιτροπής αναστήλωσης που είχε αντικαταστήσει την ομάδα εργασίας. Η επικοινωνία του με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή θα συνεχιζόταν δι’ αλληλογραφίας. «Επειτα από εκείνη τη συνάντηση, δεν τον ξαναείδα όσο ζούσε, όμως κάθε χρόνο του έστελνα τον απολογισμό των εργασιών», θυμάται ο Στέφανος Σίνος. «Μου απαντούσε πάντα, ενίοτε με χιούμορ και συνήθως με μία φράση: “Μπράβο, προχωράτε”».
Το βιβλίο
Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καπόν το βιβλίο «The late Byzantine Palace of Mistras and its restoration» που ο Στέφανος Σίνος ολοκλήρωσε την περασμένη χρονιά στη διάρκεια της καραντίνας. Επέλεξε να το γράψει στα αγγλικά, ώστε να απευθυνθεί στη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Πρόκειται για μια λεπτομερέστατη καταγραφή της αρχιτεκτονικής ιστορίας του βυζαντινού Παλατιού των Δεσποτών, του αρχικού ερειπίου του, των μελετών και των εργασιών αναστήλωσής του, των τεχνικών που εφαρμόστηκαν τελικά, όλες τεκμηριωμένες με ένα πλούσιο φωτογραφικό αρχείο. Σίγουρα ο χαρακτήρας της έκδοσης είναι εν πολλοίς επιστημονικός, όμως ο Στέφανος Σίνος μπορεί να εξηγήσει τους βασικούς άξονες των εργασιών του και το αρχικό όραμά του με τον ίδιο ενθουσιασμό που τον διακατείχε και σε εκείνη, την πρώτη επίσκεψή του στο μνημείο.
«Είναι το μοναδικό σωζόμενο στην ολότητά του βυζαντινό Παλάτι. Στην Κωνσταντινούπολη δεν υπάρχει κάποιο που να διατηρείται, όπως αυτό, σε τριώροφη δόμηση», λέει στην «Κ» ο Στέφανος Σίνος και συνεχίζει: «Μπορούσε λοιπόν να γίνει όχι απλώς κατανοητό, αλλά και προσβάσιμο, ώστε ο σημερινός επισκέπτης να αντιληφθεί πώς ζούσε ένας αυτοκράτορας, ένας δεσπότης. Είναι ένα κτίριο σημαντικό για την Ιστορία του τόπου. Ηθελα όμως να αναδειχθούν και οι αρχιτεκτονικές επιδράσεις που δέχθηκε το Παλάτι από τη Δύση. Ποιες ήταν αυτές; Η γοτθική τέχνη όχι οποιαδήποτε, αλλά η βενετσιάνικη εκδοχή της. Τα παράθυρα της ανατολικής πτέρυγας, την οποία έχτισε ο Μανουήλ Καντακουζηνός, είναι ακριβώς όμοια με εκείνα που είχε μελετήσει και καταγράψει τον 19ο αιώνα στη Βενετία ο Αγγλος ιστορικός της τέχνης Τζον Ράσκιν. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μανουήλ πηγαινοερχόταν συχνά στην Ιταλία. Επίσης, έπειτα από αυτόν, ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος υπόγραψε στη Σύνοδο της Φλωρεντίας την ένωση των δύο Εκκλησιών. Οι προσπάθειες της ένωσης αποτυπώθηκαν μορφολογικά και στις μεταγενέστερες πτέρυγες του Παλατιού, με την εισδοχή γοτθικών στοιχείων βενετσιάνικου τύπου στα μεταγενέστερα παράθυρά του. Είναι κάτι που δεν το είχε προσέξει κανείς και πιστεύω ότι το ανέδειξα ικανοποιητικά».
Η αίθουσα του θρόνου και η έκπληξη με τη θέση του αυτοκράτορα
Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι εκτός από το ίδιο το Παλάτι, στην ολότητά της σώζεται και η αίθουσα του θρόνου, στη δυτική πτέρυγα. Υπάρχει και σε αυτήν ένα στοιχείο που γοητεύει ιδιαίτερα τον Στέφανο Σίνο: «Ο αυτοκράτορας, δεν κάθεται στο τέλος της αίθουσας, στη στενή πλευρά της, όπως φανταζόμαστε ότι συνέβαινε με τους βασιλιάδες, τους οποίους προσέγγιζαν οι υπήκοοί τους αφού περπατούσαν για αρκετά μέτρα», εξηγεί στην «Κ» και συμπληρώνει: «Αντίθετα, κάθεται στο κέντρο της μεγάλης πλευράς, ευρισκόμενος έτσι στο κέντρο της όποιας συνέλευσης. Τα υπόλοιπα μέλη της δεν στέκονται όρθια, αλλά σε έναν πάγκο γύρω από τον ηγεμόνα. Είναι κάτι που δείχνει ένα πλησίασμα κατά κάποιον τρόπο, σε μια πιο δημοκρατική σχέση μεταξύ του άρχοντα και των αξιωματούχων του». Τέτοιες πτυχές της ζωής του Παλατιού ήθελε να αποκαταστήσει και να αναδείξει ο Στέφανος Σίνος, εξ ου και οι εκτεταμένες σχετικές εργασίες. Ενα ερώτημα που τίθεται ωστόσο, έχει να κάνει με τα όρια της αποκατάστασης ενός μνημείου. Αραγε δεν είναι και οι φθορές του, τα σημάδια του χρόνου, μέρος της ιστορίας του; Μήπως η αγνόησή τους καταστήσει προβληματική τη σχέση μας με το ένδοξο παρελθόν;
«Ο χρόνος και το πέρασμά του διακρίνονται. Φαίνεται ποια είναι τα παλιά στοιχεία και ποια τα καινούργια», αποκρίνεται ο Στέφανος Σίνος. «Πέραν τούτου, ασφαλώς και υπάρχουν όρια και σε αρκετές περιπτώσεις είμαι εναντίον των ολοκληρωμένων αναστηλώσεων. Χρειάζεται ένα μέτρο, ένα ζύγισμα στις μελέτες. Δεν μπορούμε να αποκαθιστούμε τα πάντα όπως ήταν στο παρελθόν, γιατί αν δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία, θα έχουμε κάτι ψεύτικο μπροστά μας. Σε ορισμένα μνημεία όμως, που παίζουν μεγάλο ρόλο στην κατανόηση της ιστορίας του τόπου και έχουμε αρκετά στοιχεία για αυτά, πρέπει να προχωρήσουμε λίγο παραπάνω».
Στην περίπτωση του Μυστρά μιλάμε και για ένα μνημείο που έχει εγγραφεί ως πολιτιστικό αγαθό στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco. Το τελευταίο πρόγραμμα ανάδειξής του (σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού το περασμένο καλοκαίρι), θα έχει ολοκληρωθεί το 2023 και μεταξύ άλλων, θα προσφέρει μια ξεχωριστή εμπειρία στον επισκέπτη, με την παρουσίαση της ζωής στο Παλάτι μέσα από τη χρήση νέων τεχνολογιών.
Ο Στέφανος Σίνος φοβάται ότι λόγω ηλικίας δεν θα είναι σε θέση να βρεθεί ξανά στο μνημείο που τόσο τον συγκίνησε στα δεκαεπτά του χρόνια, ενώ αισθάνεται ότι οι εργασίες του χρειάζονταν και ένα μικρό συμπλήρωμα, που δεν είχε προλάβει να υλοποιήσει. Δεν νιώθει πικραμένος για αυτό και πιστεύει ότι το υπουργείο θα βρει τα χρήματα για την ολοκλήρωση του έργου.
Αραγε υπήρξε στη διάρκεια των πολύχρονων εργασιών του κάποιο άλλο τμήμα της αναστήλωσης που τον απασχόλησε έντονα; «Είμαι απολύτως βέβαιος ότι στην αίθουσα του θρόνου υπήρχε και μία οροφή κάτω από την ξύλινη στέγη», καταλήγει. «Δεν την έβαλα, γιατί θα ήταν βασισμένη στη φαντασία και γιατί τα ζευκτά που υπάρχουν στην αίθουσα, αυτό μας δείχνουν. Γνωρίζουμε βέβαια από περιγραφές του Βησσαρίωνα του Τραπεζούντιου ότι υπήρχε οροφή στο παλάτι της Τραπεζούντας, αλλά δεν θα μπορούσα να βασιστώ μόνο σε ένα τέτοιο στοιχείο. Ηταν ένα ερώτημα που με ξενύχτησε».
Πηγή: Ν. Ζώης, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια