Η Αίθουσα των Κλιτύων της Ακρόπολης. Ενα μήνα από την επαναλειτουργία του, το μουσείο έχει δεχθεί περίπου 33.000 επισκέπτες, Ελληνες και ξέ...
Η Αίθουσα των Κλιτύων της Ακρόπολης. Ενα μήνα από την επαναλειτουργία του, το μουσείο έχει δεχθεί περίπου 33.000 επισκέπτες, Ελληνες και ξένους (φωτ. ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΤΣΙΑΜΗΣ). |
To Μουσείο της Ακρόπολης έκλεισε την Κυριακή τα 12 χρόνια του. Αυτά τα γενέθλια ήταν ήσυχα, έτσι όπως η πανδημία μάς αναγκάζει να γιορτάζουμε: υποδέχτηκε τους επισκέπτες του από τις 8 το πρωί έως τις 8 το βράδυ με μειωμένη γενική είσοδο (5 ευρώ) και παράλληλα εγκαινίασε μία νέα θεματική παρουσίαση, μια ξενάγηση με τίτλο «Μαραθώνας – Σαλαμίνα. Στα ίχνη του μύθου και της ιστορίας».
«Εχουμε κουράγιο και είμαστε αισιόδοξοι». Με αυτή τη φράση ξεκινά τη συνέντευξη που παραχώρησε ο πρόεδρος του Μουσείου, επίτιμος καθηγητής Αρχαιολογίας, Δημήτρης Παντερμαλής, αλλά θα μπορούσε να είναι και το «μότο» των φετινών γενεθλίων. Το Μουσείο της Ακρόπολης, που το 2019 επισκέφτηκαν σχεδόν 2 εκατομμύρια άνθρωποι, έχει υποστεί και αυτό τις συνέπειες της καραντίνας: περίπου ένα μήνα από την επαναλειτουργία του για το 2021, δέχτηκε συνολικά περίπου 33.000 επισκέπτες, Ελληνες και ξένους (κυρίως από την Αμερική, τη Γαλλία και τη Γερμανία), αριθμός διόλου αμελητέος αλλά μακριά από τα δεδομένα του.
«Ωστόσο πλέον η κατάσταση ομαλοποιείται», σχολιάζει ο κ. Παντερμαλής, έχοντας ήδη το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον και σε προσεχή σχέδια. «Είχα ξεκινήσει την προετοιμασία μιας έκθεσης σε σχέση με τις πρώτες ανασκαφές στην Ακρόπολη», εξηγεί, «αλλά το γεγονός ότι τα μουσεία ήταν κλειστά τη ματαίωσε μια τέτοια διοργάνωση απαιτεί έξοδα που δεν μπορούσαν να γίνουν σε αυτές τις συνθήκες». Ας θυμίσουμε ότι ο οργανισμός του Μουσείου Ακρόπολης λειτουργεί αποκλειστικά με πιστώσεις από τα καθημερινά του έσοδα και βασίζεται στην προσεκτική διαχείριση και επαγρύπνηση της διοίκησης και των υπηρεσιών του.
Ο πρόεδρος του Μουσείου Ακρόπολης, καθηγητής Δημ. Παντερμαλής (φωτ. NIKOS DANILIDIS). |
Ο κ. Παντερμαλής κράτησε το τιμόνι του Μουσείου Ακρόπολης από την πρώτη ημέρα λειτουργίας του και το γνωρίζει από τη θεμελίωσή του. Η προσωπικότητα, το κύρος και οι επιλογές του αντικατοπτρίζονται στη φιλοσοφία αυτού του πολυβραβευμένου οργανισμού: είναι ένα μουσείο που σε διεθνείς αξιολογήσεις βρίσκεται σταθερά ανάμεσα στα 25 πιο δημοφιλή παγκοσμίως, ενώ κατά την πρώτη δεκαετία της λειτουργίας του (2009-2019) δέχτηκε περισσότερους από 14.500.000 επισκέπτες, Ελληνες και ξένους. «Ποιο ήταν το όραμά σας όταν ξεκινήσατε;», ρωτάμε τον κ. Παντερμαλή. «Η σκέψη μου από την αρχή ήταν να φτιάξουμε ένα μουσείο των ανθρώπων», απαντά, αναφερόμενος όχι μόνον στους πολυάριθμους επισκέπτες που περνούν και ξαναπερνούν από τις αίθουσες, αλλά και σε εκείνους που εργάζονται εδώ με αφοσίωση επί πολλά χρόνια.
«Επίσης ήταν βασική για μένα η σύνδεσή του με τον αρχαιολογικό χώρο της Ακρόπολης. Το Μουσείο της Ακρόπολης δεν είναι μια συλλογή εκθεμάτων που προέρχονται από διαφορετικούς χώρους, αλλά ένα μνημειακό σύνολο αρχαιοτήτων που ερμηνεύει ένα άλλο αντίστοιχο σύνολο. Με την κατασκευή του Μουσείου η Ακρόπολη απέκτησε μία πολύ ενδιαφέρουσα προέκταση. Σε αυτή την κατεύθυνση έχουν ανοίξει κάποιοι δρόμοι για να γίνουν περαιτέρω έργα», σχολιάζει. Και συνεχίζει: «Η επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα ήταν επίσης βασικός στόχος εξαρχής. Δεν είναι απλό, το γνωρίζουμε. Στην πορεία αυτών των χρόνων έχουμε υποβάλει μια σειρά προτάσεων προς τους Βρετανούς. Δεν ξέρω τι από αυτά θα υιοθετήσουν, αλλά ξέρω ότι στη συνείδηση των επισκεπτών είναι σαφές ότι τα θραύσματα του Βρετανικού μουσείου και της Ακρόπολης πρέπει να συνενωθούν. Μια Ευρώπη του πολιτισμού δεν επιθυμεί άλλο να τα βλέπει τεμαχισμένα».
Ομως, τα φετινά γενέθλια του Μουσείου είναι ξεχωριστά για έναν ακόμη λόγο: στις αρχές Ιουνίου ο καθηγητής Αρχαιολογίας και διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, Νίκος Σταμπολίδης, εξελέγη πρώτος γενικός διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης. Πρόεδρος της διεθνούς επιστημονικής επιτροπής που έκρινε τις υποψηφιότητες ήταν ο Δημήτρης Παντερμαλής, που διατηρεί τη θέση του προέδρου του Μουσείου: «Ηταν η πρώτη φορά που έγινε ένας διεθνής διαγωνισμός γι’ αυτή τη θέση», μας λέει. «Ηταν μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία, μια πρακτική που αποτελεί και στο μέλλον εγγύηση για την καλή λειτουργία των μεγάλων μουσείων».
Πηγή: Μ. Βασιλειάδου, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια