Πολιτιστικά διαμάντια τα οποία δεν θα δει ο επισκέπτης εντός αλλά εκτός των μουσείων της ιταλικής πρωτεύουσας. Μικρά διαμαντάκια πολιτισμού ...
Πολιτιστικά διαμάντια τα οποία δεν θα δει ο επισκέπτης εντός αλλά εκτός των μουσείων της ιταλικής πρωτεύουσας.
Μικρά διαμαντάκια πολιτισμού υπάρχουν παντού. Αρκεί να τα ανακαλύψεις. Λόγω ειδικότητας και ακαδημαϊκού ενδιαφέροντος, τα μεγάλα μουσεία των μεγάλων πρωτευουσών της Ευρώπης μάς είναι γνωστά. Με τους φοιτητές μας και τους αγαπητούς συναδέλφους διδάσκοντες του μεταπτυχιακού της Μουσειολογίας – Διαχείρισης Πολιτισμού επί 20 χρόνια, στις ετήσιες εκπαιδευτικές εκδρομές μας, εξετάζαμε διεξοδικά κάθε φορά τουλάχιστον 6-7 διαφορετικού περιεχομένου και απεύθυνσης μεγάλα μουσεία.
Οι συζητήσεις μας ήταν πάντα πολύωρες και φυσικά πολύ ενδιαφέρουσες και κυρίως πραγματικά εκπαιδευτικές για όλους μας. Σε τέτοια ταξίδια, όμως, πάντα έμεναν αναγκαστικά απ’ έξω κάποια διαμαντάκια, μικρά για την πολυπλοκότητά τους ώστε να χωρέσουν όλες τις μουσειολογικές προσεγγίσεις που έπρεπε να αναλύσουμε. Ηρθε η ώρα να τα μοιραστούμε.
Η Ρώμη είναι ένα απέραντο μουσείο. Τα μουσεία της είτε έχουν σπουδαίες μόνιμες συλλογές είτε και σπουδαίες μεγάλες εκθέσεις. Πού να προλάβει κανείς τα κρυμμένα διαμαντάκια της;
Ο Μιχαήλ Αγγελος και ο Πάπας Παύλος Γ’ Φαρνέζε στην Πλατεία του Καπιτωλίου
Ενα τέτοιο διαμαντάκι είναι η πλατεία και τα ίδια τα κτίρια των μουσείων του Καπιτωλίου στον σημαντικότερο λόφο, του Καπιτωλίνου, της επτάλοφης Ρώμης. Περιμένοντας κανείς τις μακριές ουρές για να μπει στα μουσεία, δεν γνωρίζει ότι όλα όσα τον περιβάλλουν έχουν την υπογραφή ενός από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες όλων των εποχών: του Μιχαήλ Αγγέλου.
Ο σχεδιασμός της πλατείας, o επανασχεδιασμός της πρόσοψης του ενός από τα δύο κτίρια εμπρός της, δηλαδή του Μεγάρου Διοίκησης (Palazzo dei Conservatori), και ο σχεδιασμός του Νέου Μεγάρου (Palazzo Nuovo) έγιναν με εντολή του Πάπα Παύλου Γ’ Φαρνέζε στον μεγάλο του 16ου αι. homo universalis. Ο Πάπας, μεγάλος συλλέκτης έργων τέχνης και αρχαιοτήτων, δώρισε τη συλλογή του για να γίνει το πρώτο μουσείο τον 16ο αι. στη Ρώμη στο εν λόγω κτίριο.
Αυτή η απόφαση συμβόλιζε αφενός τον ορισμό της παπικής Ρώμης ως διοικητικού κέντρου πολιτικής και πολιτιστικής εξουσίας τότε, τους Φαρνέζε ως ισχυρή και κύρους οικογένεια, αλλά κυρίως και δι’ αυτών τη διαχρονική ισχύ μιας σπουδαίας πόλης από την αρχαιότητα ως την Αναγέννηση, ως πρωτεύουσας του τότε γνωστού κόσμου (caput mundi).
Ο Καπιτωλίνος λόφος
Ενα παράλληλο διαμαντάκι είναι ο ίδιος ο Καπιτωλίνος λόφος, όπου δεσπόζουν τα μουσεία του Καπιτωλίου και στην πλατεία (Piazza del Campidoglio) του Μικελάντζελο το αντίγραφο του περίφημου χάλκινου έφιππου ανδριάντα του 2ου αι. π.Χ., του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου. To πρωτότυπό του, που είχε μεταφερθεί από το Λατερανό στην πλατεία αυτή με εντολή του Πάπα Παύλου Γ’ Φαρνέζε το 1538, βρίσκεται στο εσωτερικό των μουσείων.
O λόφος αυτός αποτελούσε την ακρόπολη της πόλης, σημάδι πολιτικής εξουσίας της Ρώμης. Ο μεγαλειώδης ναός του Δία – του Καλύτερου και Μεγαλύτερου (Giove Optimus Maximus Capitolinus) – του 6ου αι. π.Χ. που υπήρχε εκεί ανήγαγε τον λόφο και σε κέντρο θρησκευτικής εξουσίας της ρωμαϊκής πρωτεύουσας.
Ο Μεγάλος Κωνσταντίνος στη Βίλα Καφαρέλι
Ενα τρίτο διαμαντάκι βρίσκεται στη δεξιά εξωτερική παρειά του μουσείου (Palazzo dei Conservatori), στον Κήπο της βίλας Καφαρέλι (Villa Caffarelli). Πρόκειται για την πρόσφατη (2022) τρισδιάστατη φυσική ανακατασκευή του κολοσσικού αγάλματος του Μεγάλου Κωνσταντίνου του 4ου αι. π.Χ, που ήταν από παριανό μάρμαρο και ανακαλύφθηκε τον 15ο αιώνα. Για τη σπουδαιότητά του τοποθετήθηκε στο μουσείο τον 16ο αι. κατά την ανακαίνισή του από τον Μικελάντζελο.
Σήμερα, στο ίδιο μουσείο και στην αίθουσα με τον έφιππο Μάρκο Αυρήλιο του 2ου αι. π.Χ. σώζονται μόνο δέκα σπαράγματα (κεφαλή, δεξιός βραχίονας, καρπός, δεξί χέρι και γόνατο, δεξί και αριστερό πόδι, τμήμα θώρακα, μια χάλκινη σφαίρα και τμήμα του σκήπτρου).
Το σύνολο αφορά έναν γνωστό τύπο καθήμενου, με γυμνό τον κορμό, γλυπτού, με πτυχωμένο χιτώνα στον έναν ώμο, από μέταλλο ή επιχρυσωμένο σοβά. Το δεξί χέρι κρατά σφαίρα και το αριστερό σκήπτρο. Βρέθηκε στον Καπιτωλίνο λόφο, στην περιοχή που καταλάμβανε ο ναός του Καλύτερου και Μεγαλύτερου Δία, του οποίου το άγαλμα πιθανότατα είχε ως πρότυπο ο γλύπτης του 4ου αι. μ.Χ. Η ανακατασκευή έγινε υπό την εποπτεία του διάσημου ιταλού καθηγητή αρχαιολόγου και ιστορικού της τέχνης Σαλβατόρε Σέτις.
Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν ήταν ρητίνες και πολυουρεθάνη, συνδυασμένα με μαρμαρόσκονη, φύλλα χρυσού και σοβά, ενώ η ύπαρξη των κομματιών στο μουσείο γίνεται διακριτά εμφανής. Οι πληροφοριακές πινακίδες βοηθούν να κατανοηθεί το εγχείρημα και η σπουδαιότητα του γλυπτού για την κομβική στιγμή του περάσματος από τον αρχαίο κόσμο στον χριστιανικό και μάλιστα τον ανατολικό που μας αφορά.
Η εγγύτητα με το γλυπτό, που φθάνει τα 13 μέτρα, δίνει τη δυνατότητα στον επισκέπτη να βιώσει το εξωπραγματικό μέγεθος που αποκτούσε ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος όταν χρειάστηκε να συμβολίσει το μέγεθος της πολιτικής και θρησκευτικής ισχύος που συγκρινόταν με αυτή του Δία του Μεγίστου (Giove Maximus) ή του Δία της Ολυμπίας, που λέγεται ότι θα μπορούσε να είχε ως πρότυπο.
Ο θάνατος στα υπόγεια των Κρατικών Αρχείων της αρχαίας Ρώμης
Το τέταρτο διαμαντάκι, χωρίς κανείς να έχει μετακινηθεί από τον Καπιτωλίνο λόφο και τα μουσεία, είναι στα υπόγεια, μνημειώδη θεμέλια του αρχαίων Κρατικών Αρχείων (Τabularium). Eκεί, μέσα από αρχαίες στοές και παράθυρα, μπορεί κανείς να έχει μια μοναδική θέα του Forum Romanum.
Ωστόσο, το διαμαντάκι εντοπίζεται στον υπόγειο διάδρομο που συνδέει το Μεγάρο Διοίκησης (Palazzo dei Conservatori) του 15ου αι. με το Νέο Παλάτι του 17ου αι. Εκεί εκτίθενται επιγραφικές στήλες και ταφικά μνημεία. Ο,τι λιγότερο ελκυστικό. Σε αυτό όμως το τουνέλι αντιλαμβανόμαστε τη ζωή των κοινών ανθρώπων στην αρχαία Ρώμη, όσο δεν μπορούμε να την αντιληφθούμε έχοντας σταθεί στις μεγάλες συλλογές γλυπτών που περιλαμβάνει το μουσείο.
Και πάλι ο νοηματικός σχεδιασμός, σε πλήρη αντιστοιχία και contrapucto με τον μουσειογραφικό, αναδεικνύει αυτό το υπόγειο κομμάτι σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα τμήματα των μουσείων. Ο διάδρομος, ως μια οδός των δακρύων, ανταποκρίνεται στη, συχνή στην αρχαιότητα, τοποθέτηση των τάφων στις παρειές των οδών που οδηγούσαν εκτός των τειχών των πόλεων. Οι ταφικές πλάκες, στήλες και σήματα ένθεν και ένθεν αυτού του διαδρόμου ομαδοποιούνται με τέτοιο τρόπο ώστε να παρακολουθεί κανείς: (α) τις γλώσσες που, εκτός των λατινικών, μιλούνταν στη Ρώμη, (β) τα επαγγέλματα που ασκούνταν, (γ) τις ταφικές συνήθειες και (δ) την καθημερινή ζωή.
Η σταδιακή κατάβαση και ο ατμοσφαιρικός φωτισμός, που δίνουν την αίσθηση της καταβύθισης στον Κάτω Κόσμο, μαζί με τον ευρηματικό φωτισμό των ίδιων των λίθων, που ωστόσο επιτρέπουν, με έναν εξόχως ευρηματικό φωτισμό των πινακίδων, την ανάγνωση των κειμένων, ανάγουν αυτή την αίθουσα σε έναν εκθεσιακό χώρο που απευθύνεται τόσο στους ειδικούς όσο και στο ευρύ κοινό και που σίγουρα εντυπώνεται στη μνήμη μας.
* Η κυρία Ματούλα Σκαλτσά είναι ιστορικός της Τέχνης, μουσειολόγος, ομ. καθηγήτρια στο ΑΠΘ.
Πηγή: Μ. Σκαλτσά, Το Βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια