Το μπρούντζινο εμβληματικό άγαλμα είναι επικίνδυνο να μετακινηθεί ακόμα και εντός του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ωστόσο το Κεντ...
Το μπρούντζινο εμβληματικό άγαλμα είναι επικίνδυνο να μετακινηθεί ακόμα και εντός του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ωστόσο το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο δεν απέκλεισε τον δανεισμό του στην Ελβετία.
Σπονδυλοδεσία, αρθροπλαστική ισχύου, κοιλιοπλαστική, στήριξη του κορμού με ράβδους σιδήρου, χημικό πίλινγκ και – το κερασάκι στην τούρτα – σολάριουμ με το ζόρι. Αν δεν ήταν άγαλμα, ο Έφηβος των Αντικυθήρων θα είχε προ πολλού εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο. «Ζει» χάρη σε κορυφαίους επιστήμονες και καλλιτέχνες, οι οποίοι φρόντισαν να τον συνθέσουν βάζοντας ξανά στη θέση τους και συναρμόζοντας, εκτός από τα τμήματα στα οποία το είχε σμιλέψει ο αρχαίος γλύπτης, πάμπολλα θραύσματα. Οι φθορές προκλήθηκαν λόγω της διάβρωσης του μετάλλου του από τη μακραίωνη παραμονή του στον πάτο της θάλασσας. Εκεί από όπου ανασύρθηκε το 1900, μαζί με αμφορείς, προσωπικά αντικείμενα του πληρώματος, 36 αρχαία αγάλματα και – το κυριότερο – τον λεγόμενο Μηχανισμό των Αντικυθήρων, ένα αρχαίο «κομπιούτερ».
«Ένα πλοίον ταξιδεύον» όπως θα έλεγε κι ο Μποστ, κατά τη ρωμαϊκή εποχή, περίπου το 60-50 π.Χ. ναυάγησε ανοιχτά των Αντικυθήρων. Το πολύτιμο φορτίο του, κυρίως αγάλματα, αμφορείς και άλλα αντικείμενα αμύθητης αξίας, χρονολογούνταν ανάμεσα στον 4ο έως και τον 1ο αιώνα π.Χ. Όλοι οι θησαυροί, ανάμεσά τους και ο Έφηβος και ο Μηχανισμός, ήταν ελληνικής τέχνης. Ίσως είχαν ξεκινήσει από τη μικρασιατική ακτή. Αυτό προσπαθούν να διαπιστώσουν Έλληνες και ξένοι αρχαιολόγοι στις συνεχιζόμενες έρευνές τους στην περιοχή.
Ο τέως διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Νίκος Καλτσάς, που συνέλαβε και έστησε την περιοδική έκθεση «Το ναυάγιο των Αντικυθήρων» (μέχρι τις 29 Ιουνίου στο ΕΑΜ), έχει πει πως ήταν «παραγγελία για να κοσμήσουν την έπαυλη κάποιου πλούσιου Ρωμαίου ή επρόκειτο να πουληθούν στις αγορές». Κατά την άποψή του, τα ευρήματα «μαρτυρούν τις αισθητικές προτιμήσεις των παραγγελιοδοτών ή των υποψήφιων αγοραστών, παράλληλα όμως σηματοδοτούν για πρώτη φορά το φαινόμενο της εμπορίας των έργων τέχνης, το οποίο στη συνέχεια θα πάρει μεγάλες διαστάσεις στον δυτικό πολιτισμό».
Σφουγγαράδες από τη Σύμη σταμάτησαν με δύο πλοιάρια Πάσχα του 1900 στα Αντικύθηρα λόγω καιρού. Όταν αποφάσισαν να καταδυθούν στην περιοχή, έφτασαν σε βάθος 60 μέτρων και ξαναβγήκαν στον αφρό συγκλονισμένοι λέγοντας: «Εκεί κάτω είναι σπαρμένοι άνθρωποι και ζώα». Επρόκειτο για αγάλματα, τα οποία ανελκύστηκαν την ίδια και την επόμενη χρονιά με τη βοήθεια του Βασιλικού Ναυτικού. Ακόμα μία έρευνα έγινε το 1976 από την ελληνική αρχαιολογική υπηρεσία με το ωκεανογραφικό πλοίο του Κουστώ «Καλυψώ».
Τα μαρμάρινα αγάλματα φέρουν τρομακτικά όσο και άκρως ενδιαφέροντα σημάδια από την παραμονή τους στα νερά της θάλασσας. Αυτά, καθώς και τα ταπεινά σκεύη του πληρώματος, αλλά και κομμάτια από χάλκινα αγάλματα, όπως και ο Έφηβος και τα 72 θραύσματα του μηχανισμού των Αντικυθήρων, αντιμετωπίστηκαν κατά καιρούς από τα εργαστήρια συντήρησης του πρώτου μουσείου της χώρας.
Ο Έφηβος, τον οποίο αναφέραμε στην αρχή της ιστορίας μας, ανατάχθηκε για πρώτη φορά το 1902 από τον Γάλλο Αλφρέ Αντρέ, χωρίς την παρουσία αρχαιολόγου. Ο αείμνηστος δάσκαλος και διευθυντής του ΕΑΜ Χρήστος Καρούζος σημειώνει στην «Αρχαιολογική Εφημερίδα» του 1969 πως το άγαλμα στήθηκε γύρω από έναν μετάλλινο σκελετό. Ο αρχαίος γλύπτης που το χύτευσε δεν το είχε κάνει μονοκόμματο. Ο Αντρέ, προκειμένου να συνενώσει τα κομμάτια, έβαλε ισχυρό τσιμέντο. Με μεταλλικές πλάκες συνένωσε τα κομμάτια της ράχης και της κοιλιάς, τα οποία είχαν θρυμματιστεί. Ειδικά η κοιλιά είχε, μετά τη σύνθεση, ορατές παραμορφώσεις. Μερικά λάθη του, οδήγησαν σε λανθασμένη στάση του αγάλματος, κάτι ολέθριο για έργο τέχνης. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, προσπάθησε να βγάλει την παχιά κρούστα από επικαθίσεις θαλάσσιων μικροοργανισμών χρησιμοποιώντας οξύ. Έτσι, αλλοίωσε και το χρώμα του μπρούντζινου αγάλματος. Τελικά, για να καλύψει τα σημάδια αλλά και τις καταστροφές, το «έβαψε» όλο με κολοφώνιο, το οποίο είναι ό,τι μένει από την απόσταξη του ρετσινιού. Κι έτσι, λες και είχε περάσει από σολάριουμ, το πανέμορφο άγαλμα μαύρισε (θα μπορούσε και από το κακό του). Οι μεταγενέστεροι βρήκαν ότι για να επιτύχει όπως - όπως τη συγκόλληση «εβίασε πολλά τεμάχια με την λίμαν ή με το καλέμι».
Όλα αυτά, έγιναν αντιληπτά από τους ειδήμονες το 1953, όταν αποφάσισαν να επιδιορθώσουν το άγαλμα, που είχε διαλυθεί κάπου στα τέλη της δεκαετίας του ’40. Υπό την άγρυπνη επίβλεψη και καθοδήγηση του κορυφαίου Χρήστου Καρούζου, ο γλύπτης Νίκος Περαντινός, οι συντηρητές Ανδρέας Παναγιωτάκης, Ιωάννης Μπάκουλης και ο χημικός Βασίλης Ζήσης εμπλέκονται στο έργο. Με ομηρικούς καυγάδες ανάμεσά τους, αλλά με τον Καρούζο μονίμως παρόντα να κατευνάζει τα πνεύματα, το άγαλμα ξαναστήνεται από την αρχή. Διατηρούν, πάντως, τον μεταλλικό σκελετό του Αντρέ, διότι κρίθηκε επιτυχής. Όπως διαπιστώνει ειδική επιτροπή από τους Ι. Παππά, Μ. Τόμπρο και Α. Σώχο, καθηγητές της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, το αποτέλεσμα κρίνεται «απολύτως ικανοποιητικόν και άξιον επαίνου». Επετεύχθη, ανάμεσα σε άλλα, κάτι πολύ σημαντικό, ανακαλύφθηκε η σωστή στάση του αγάλματος «κι έτσι απεκατεστάθη ο ρυθμός του».
Ο Έφηβος των Αντικυθήρων, έπειτα από όλα αυτά, ήταν και παραμένει «μη μου άπτου». Κατά την περασμένη δεκαετία, οπότε έγινε η ανακαίνιση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ο δρ Καλτσάς δεν του άλλαξε βάση και τον μετακίνησε ελάχιστα από τη θέση του, ακριβώς επειδή είναι εύθραυστος. Το 2012 η μεταφορά του στην περιοδική έκθεση (λίγα μέτρα μέσα στο ίδιο μουσείο) έγινε από ειδική ομάδα συντηρητών και αρχαιολόγων, με τεράστια προσοχή.
Κι όμως, αυτό το άγαλμα που οι κλασικοί αρχαιολόγοι φοβούνται να μετακινήσουν έστω και μερικά μέτρα, ίσως ταξιδέψει στη Βασιλεία της Ελβετίας το φθινόπωρο του 2015, με την έκθεση για το «Ναυάγιο των Αντικυθήρων». Ενώ ο Μηχανισμός κρίθηκε – και σωστά – αμετακίνητος και θα σταλεί αντίγραφό του, το μουσείο ζήτησε να εξεταστεί από ειδικούς Ελβετούς επιστήμονες ο Έφηβος και, αν δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα, να φύγει.
Ας αφήσουμε το γεγονός που επισήμανε η ίδια η γενική διευθύντρια Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Μαρία Βλαζάκη, ότι ο Έφηβος είναι εμβληματικό άγαλμα και θα πρέπει να θεωρείται αμετακίνητος. Ας αφήσουμε επίσης το γεγονός ότι χάλκινα αγάλματα δεν φεύγουν ποτέ για εκθέσεις στο εξωτερικό, όπως λένε έμπειροι αρχαιολόγοι (εξαίρεση, που επιβεβαιώνει τον κανόνα, ο λεγόμενος Έφηβος του Ζααρμπρίκεν, που όμως έχει συντηρηθεί στις μέρες μας).
Υπάρχει κάτι ακόμα πιο σοβαρό. Δεν υπάρχει στ’ αλήθεια τρόπος να διερευνηθεί η κατάσταση του μπρούντζινου σημαντικού αυτού αγάλματος. Ο «Δημόκριτος» έχει πει ότι το πάχος του δεν επιτρέπει σε κανένα σημείο τη λήψη ακτινογραφιών, ώστε να δούμε το εσωτερικό του. Δηλαδή, οι ακτίνες Χ δεν διαπερνούν το μέταλλο.
Ταυτοχρόνως, το άγαλμα δεν έχει το παραμικρό άνοιγμα (διότι έχει «ξαναχτιστεί») κι έτσι είναι αδύνατον να μπει μικροκάμερα στο εσωτερικό του. Ο Έφηβος δεν θα πρέπει να μετακινηθεί σε καμία περίπτωση και δεν θα πρέπει να γίνει αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Ούτε η βάση του μπορεί να αλλαχθεί χωρίς πάρα, μα πάρα πολλή σκέψη και μελέτη.
Πηγή: Σ. Στυλιανού, Το Ποντίκι
Δεν υπάρχουν σχόλια