Την ιστορία αφηγείται η Αθηνά Κακούρη, που υπήρξε σύζυγος του αρχαιολόγου και ακαδημαϊκού Σπύρου Ιακωβίδη, ενός από τούς κύριους πρω...
Την ιστορία αφηγείται η Αθηνά Κακούρη, που υπήρξε σύζυγος του αρχαιολόγου και ακαδημαϊκού Σπύρου Ιακωβίδη, ενός από τούς κύριους πρωταγωνιστές αυτού του δράματος.
Η συγγραφέας περιγράφει την καταπληκτική περιπέτεια της αποκρυπτογράφησης της Γραμμικής γραφής Β και το πως αυτή άλλαξε δια παντός τις απόψεις των ιστορικών περί της ελληνικής Ιστορίας, ενώ οι φωτογραφίες δείχνουν τον αρχαιολογικό χώρο των Μυκηνών και τη γύρω περιοχή όπως ήταν το 1954 και το 1955 πριν από τον τουρισμό.
Επί της ουσίας πρόκειται για την ιστορική μαρτυρία της προσπάθειας 140 χρόνων αρχαιολογίας να ανασύρει από το σκοτάδι της λησμονιάς την εποποιία των Ατρειδών, με σημείο αναφοράς το 1954. Αλλά και της καταγραφής της ζωής στην Αργολίδα, που μοιάζει απίθανα μακρινή, αλλά τελικά, δεν είναι.
Το λεύκωμα «Μυκήνες 1954. Το καταμεσήμερο» σε κείμενο Αθηνάς Κακούρη, φωτογραφίες Robert McCabe και σχόλια Lisa Wace French, κυκλοφόρησε μόλις από τις εκδόσεις Πατάκη.
Το TheTOC.gr παρουσιάζει ένα -συγκινητικό στην αμεσότητα του- απόσπασμα και φωτογραφίες από τη νέα έκδοση.
Μυκήνες 1954
«…Kαλοκαίρι του 1954. Μεσημέριαζε όταν δύο εικοσάχρονοι Αμερικανοί, τα αδέλφια ΜακKέημπ, πλησίαζαν στίς Μυκήνες. Τούς είχε πάρει τέσσερις ώρες γιά να έρθουν από τήν Αθήνα, όπου είχαν νοικιάσει το Φολκσβάγκεν τους.
Τα χιλιόμετρα ήταν σκάρτα εκατόν πενήντα αλλά ο δρόμος ήταν στενός – δύο αυτοκίνητα μόνον προσεχτικά μπορούσε να διασταυρωθούν, σήμανση δεν είχε, οι λακκούβες του ήταν πολλές, κι άλλες τόσες οι κλειστές στροφές, όπου μπορούσε μονομιάς νά βρεις αντίκρυ σου έναν γαϊδαράκο νά πηγαίνει κούτσα κούτσα, φορτωμένος ξύλα καί μέ το αφεντικό του καθισμένο πλάγια στό σαμάρι του, ή τό σαραβαλιασμένο λεωφορείο της γραμμής, φίσκα στούς επιβάτες, νά κλυδωνίζεται, μέ το κέντρο βάρους του διαταραγμένο από τούς μπόγους, τά καλάθια, τίς βαλίτζες, τά καφάσια, τά ζωντανά πουλερικά, όλα στοιβαγμένα στήν οροφή του, ή ακόμη καί τρία τέσσερα ξυπόλυτα κοριτσάκια, αραδιασμένα χέρι χέρι, νά τραβούν απ’ τό σκοινί τήν οικογενειακή τους κατσίκα – σκηνές εξωτικές μέν γιά τούς ξενοφερμένους, πού όμως δέν τούς επέτρεπαν να ξεγνοιάσουν ή νά πατήσουν γκάζι.
Μεσημέριαζε λοιπόν όταν, μέσα στόν κάμπο της Αργολίδας, φάνηκε από μακριά η Ακρόπολη των Μυκηνών. Μέσα στό αυγουστιάτικο μεσουράνημα του ήλιου, τό ανελέητο φως διέλυε τούς όγκους καί ρουφούσε τά χρώματα αφήνοντας μονάχα αποχρώσεις του καφέ καί του κίτρινου. Πέτρες καί χώματα φρύγονταν στόν ήλιο, καί τά αρχαία αγκωνάρια, καθώς συγχέονταν μέ τά κατσάβραχα του δίκορφου βουνού πίσω τους καί μέ τά χαρακωμένα από ξερολιθιές χωράφια στά πόδια τους, γίνονταν ένα μέ τό αυχμηρό τοπίο τους.
Απροσδόκητα, ένας ίσιος, φαρδύς δρόμος μέ δεντροστοιχία από ευκαλύπτους ανοίχτηκε στ’ αριστερά τους. Τά αδέρφια τόν ακολούθησαν πιστεύοντας πώς θά οδηγούσε ίσια στόν σπουδαίο αρχαιολογικό χώρο, εκείνος όμως μετά από μιά πεντακοσαριά μέτρα στένεψε καί στριμώχτηκε, ανάμεσα σέ άθλια πλιθόχτιστα σπιτάκια. Μικρές αρμαθιές φύλλα καπνού στέγνωναν σέ μερικές αυλές – φτωχικές προσπάθειες χωρικών νά προσθέσουν κάτι στό λιγοστό εισόδημα πού τούς έδιναν οι μετρημένες ρίζες ελιές ή τά πέντ’ έξι ζωντανά τους. Πηγάδι δέν φαινόταν νά έχει κανένα σπίτι.
Ερημιά καί ησυχία βασίλευε. Οι γέροι θά κοιμόνταν στόν ίσκιο του σπιτιού τους. Οι άντρες καί οι γυναίκες πρέπει νά ήταν ακόμη έξω, στά χωράφια, δουλεύοντας μαζί μέ τά παιδιά τους. Μιά γριά, μαντηλοδεμένη καί στά μαύρα, όπως όλες οι ηλικιωμένες, φάνηκε νά κατηφορίζει αγκομαχώντας. Σέ κάθε της χέρι κουβαλούσε έναν ξέχειλο τενεκέ νερό. Τά δυό αδέρφια δέν ξαφνιάστηκαν. Τήν ανέχεια αυτής της χώρας τήν είχαν γνωρίσει, έναν μήνα τώρα πού τριγύριζαν τήν Ελλάδα, καί μάλιστα ο ένας τους, ο Μπόμπ, πού ήταν ερασιτέχνης φωτογράφος, είχε αποτυπώσει δεκάδες τοπία καί όψεις ζωής. Τούς ΜακΚέημπ τούς είχε φέρει στήν Ελλάδα η φιλόξενη πρόσκληση ενός έλληνα συμφοιτητή τους στό πανεπιστήμιο του Πρίνστον, τούς είχε φέρει επίσης καί η δόξα της αρχαίας Ελλάδας, ίσως όμως καί κάποιος απόηχος της αίγλης του 1940. Εκείνον τόν μαύρον χειμώνα του πολέμου, τό απίστευτο θάρρος του μικρού κράτους νά αρνηθεί υποταγή στόν κολοσσό πού του επετίθετο, οι απροσδόκητες νίκες καί τό μεγαλειώδες σθένος του στά ηπειρωτικά βουνά είχαν παντού δονήσει τίς καρδιές γιά μιά στιγμή –μιά μικρή στιγμή, πολύ μικρή…
Οπωσδήποτε, εκείνο τό μεσημέρι, τά αδέρφια, αφού βρήκαν ένα μέρος ν’ αφήσουν τό αυτοκίνητο, μπήκαν στόν περίφρακτο αρχαιολογικό χώρο, ανηφόρησαν καί πέρασαν μέσα απ’ τήν Πύλη των Λεόντων στήν έρημη ακρόπολη. Από εκεί ψηλά, οι ευρείς ορίζοντες τούς καθήλωσαν τό βλέμμα.
Ο μεγαλύτερος αδερφός βρήκε ένα τοιχαράκι νά καθήσει· ο Μπόμπ, ο μικρότερος,μαγεμένος από τήν τοποθεσία, από τό μύθο της καί από τήν πρόκληση της περίσσειας του φωτός πρός τόν δεξιοτέχνη της φωτογραφίας, ετοίμασε τή μηχανή του. Δυό χρόνια πρωτύτερα, η ακρόπολη των Μυκηνών, διάσημη από τήν αρχαιότητα, είχε γεμίσει τά πρωτοσέλιδα των ελληνικών εφημερίδων μέ τά εντυπωσιακά χρυσά ευρήματα ενός νέου ταφικού Κύκλου. Καί ξανά πρίν από λίγους μήνες, τό φθινόπωρο του 1953, η αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής γραφής Β είχε ανακοινωθεί στόν διεθνή επιστημονικό κόσμο, ο οποίος τά τελευταία πενήντα χρόνια αναζητούσε –μέσα απ’ τήν πληθώρα των διαρκώς νέων δεδομένων πού ακατάπαυστα έδιναν οι ανασκαφές, από τίς αντικρουόμενες θεωρίες πού διατυπώνονταν καί από τίς αρχαίες παραδόσεις– τήν ορθοτομία της προϊστορίας.
Οι προσπάθειες λοιπόν του Μπόμπ ΜακΚέημπ, εκείνη τήν καλοκαιρινή ημέρα του 1954, νά συλλάβει μέ τό φακό του, μέσα στό εκτυφλωτικό φως, τό φευγαλέο ανάγλυφο της πολυθρύλητης έδρας των Μυκηναίων είχαν μιά μακρινή αναλογία μέ τίς προσπάθειες των αρχαιολόγων καί των λογίων νά διακρίνουν, μέσα απ’ τίς λουσμένες στήν αχλύ του μύθου χιλιετίες, τήν ταυτότητα των δημιουργών του μυκηναϊκού πολιτισμού καί τή μορφή του…»
Αθηνά Κακούρη
Συγγραφέας, χήρα του αρχαιολόγου και ακαδημαϊκού Σπύρου Ιακωβίδη. Υπήρξε επί χρόνια συντάκτρια του περιοδικού Ταχυδρόμος, όπου δημοσιεύθηκαν αρχικά στη δεκαετία του 1950 τα αστυνομικά της διηγήματα. Έχει εκδώσει: (αστυνομικά) Αλάτι στα φυστίκια, Έγκλημα τής μόδας, Ο βλογιοκομμένος λαθρέμπορος, Η κομμένη κεφαλή, Κυνηγός φαντασμάτων· (ιστορικά) Ο δραπέτης της Αυλώνας, Της τύχης το μαχαίρι, Η σπορά του ανέμου, Με τα φτερά του Μαρίκα, Πριμαρόλια, Ο Χαρταετός, Θέκλη, Ξιφίρ Φαλέρ, Με τα χέρια σταυρωμένα… και 1821. Η αρχή που δεν ολοκληρώθηκε.
Robert McCabe
Φωτογραφίζει την Ελλάδα τα τελευταία εξήντα χρόνια –άλλωστε, ζει στην Αθήνα. Έχει εκδώσει δέκα βιβλία με φωτογραφίες, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων αναφέρεται στην Ελλάδα, αλλά καλύπτουν επίσης και την Ανταρκτική, την Κούβα, την Κίνα, καθώς και το κρυμμένο δάσος της Νέας Υόρκης (The Ramble in Central Park, Abbeville Press, 2011). Τα βιβλία του κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πατάκη: Ελλάδα. Τα χρόνια της αθωότητας (2004), Τρεις μέρες στην Αβάνα (2006), Στο δρόμο για την Ελλάδα (2007), Ελλάδα-Κίνα. Λαοί αρχαίοι, κόσμοι που αλλάζουν (2012). Είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών στην Αθήνα.
Lisa Wace French
Κόρη των αρχαιολόγων Άλαν και Έλεν Γουέις, έχει λάβει μέρος, ολοένα πιο δραστήρια, στην εργασία των Βρετανών στις Μυκήνες από το 1939. Ως Διευθύντρια της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Αθήνα, από το 1989 έως το 1994, ανέλαβε μαζί με τον καθηγητή Σπύρο Ιακωβίδη την επισκόπηση ολόκληρης της μυκηναϊκής περιοχής υπό την αιγίδα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Η συνεργασία απέδωσε τον Αρχαιολογικό Άτλαντα των Μυκηνών
Πηγή: Ε. Ορφανίδου, The TOC
Δεν υπάρχουν σχόλια