Γνώστης και λάτρης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, ο ιστορικός και καθηγητής που αποκάλυψε το μεγαλύτερο σκάνδαλο του Βρετανικού Μουσείου ...
Γνώστης και λάτρης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, ο ιστορικός και καθηγητής που αποκάλυψε το μεγαλύτερο σκάνδαλο του Βρετανικού Μουσείου και μάλιστα σε βάρος των Γλυπτών του Παρθενώνα που βρίσκονται στην κατοχή του ύστερα από την κλοπή – βανδαλισμό του Έλγιν, ο Γουίλιαμ Σεντ Κλερ, πέθανε πριν από λίγες μέρες σε ηλικία 84 ετών.
Το θάνατό του, στις 30 Ιουνίου, έκανε γνωστό η Βρετανική Επιτροπή για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, απευθύνοντας χαιρετισμό στον άνθρωπο, που «με την αποφασιστικότητά του, αποκάλυψε τις συνθήκες της διαδρομής των Γλυπτών του Παρθενώνα ως τη Βρετανία και τη σημασία της απομάκρυνσης τέτοιων ζωτικών συμβόλων του ελληνικού πολιτισμού», όπως αναφέρει.
Μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας από το 1992, καθηγητής σε πανεπιστήμια όπως στην Οξφόρδη, το Τρίνιτι Κόλετζ, το Κέιμπριτζ και αλλού, επικεφαλής του ακαδημαϊκού εκδοτικού οίκου Open Book Publishers, συγγραφέας και ο ίδιος, ο γεννημένος το 1937 Γουίλιαμ Σεντ Κλερ ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τα Παρθενώνεια γλυπτά και την αρπαγή τους από τον Έλγιν ήδη από το 1968, με το βιβλίο του «Ο Λόρδος Ελγιν και τα Μάρμαρα: η αμφιλεγόμενη ιστορία των Γλυπτών του Παρθενώνα».
Μία μελέτη που επανεκδόθηκε τρεις φορές -στην ουσία το βιβλίο ξαναγραφόταν από την αρχή- με την τελευταία, το 1998 να αποκαλύπτει το «βρετανικό σκάνδαλο», όπως και ο ίδιος το είχε ονομάσει: Τον «καθαρισμό» των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο επί μήνες, το 1937 και το 1938, τρίβοντας και ξύνοντας την επιφάνεια του μαρμάρου με σκληρές συρμάτινες βούρτσες και ανθρακοπυρίτιο.
Αποτέλεσμα αυτής της πρωτοφανούς επέμβασης, που η αποκάλυψή της διέσυρε παγκοσμίως το Βρετανικό Μουσείο ήταν, ότι το 80% των γλυπτών είχε υποστεί καταστροφή. «Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η κεφαλή του αλόγου της Σελήνης, ο Ήλιος και η Ίρις έχουν υποστεί σοβαρή ζημιά», όπως αναφέρει ο ίδιος στο βιβλίο του.
Τα Γλυπτά του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο |
Επί 60 χρόνια κρατιόταν μυστικό το γεγονός και ο Σεντ Κλερ είχε δυσκολευτεί πολύ να το φέρει στο φως, παρ’ ότι στη Βρετανία τα δημόσια έγγραφα είναι ελεύθερα για οποιονδήποτε, μετά την παρέλευση 30 ετών από την ημερομηνία τους.
Δεδομένου, όμως, ότι το Βρετανικό Μουσείο ήθελε πάση θυσία να κρύψει αυτή την ιστορία, που αποτελεί σίγουρα μία από τις μελανότερες σελίδες του δεν του έδινε πρόσβαση στα έγγραφα που αναφέρονταν σ’ αυτήν. Ούτε και το κοινό, εξάλλου, μπορούσε να αντιληφθεί εύκολα, τι είχε συμβεί, γιατί όταν οι αρχές του μουσείου κατάλαβαν το λάθος τους, το 1938 δηλαδή, προσπάθησαν να κάνουν «επιδιορθώσεις» με μια σειρά από άλλες ανήκουστες «τεχνικές» επεμβάσεις.
«Τα μάρμαρα είχαν το χρώμα της ζάχαρης, τον γυαλιστερό εκείνο λευκό ιριδισμό που έχει κάθε σπασμένη επιφάνεια λευκού μαρμάρου», όπως είχε πει ο ίδιος σε συνέντευξή του στο «Βήμα», προσθέτοντας, ότι μόλις αφαίρεσαν την καφέ πάτινα που είχε δημιουργηθεί με τον χρόνο και είδαν την καταστροφή που είχαν προκαλέσει, σκέφτηκαν να χρησιμοποιήσουν κάποια υλικά για να την επαναφέρουν.
Έτσι μπορεί να χρησιμοποίησαν κερί, όπως πίστευε ο ίδιος, ή ακόμη μέλι ή τσάι. Ο στόχος, άλλωστε, ήταν ένας: Να μοιάζουν και πάλι παλιά. Και όλα αυτά για να ικανοποιηθεί ο χορηγός του Βρετανικού Μουσείου, λόρδος Ντουβίν -θυμίζουμε ότι η αίθουσα όπου εκτίθενται τα γλυπτά ονομάζεται Αίθουσα Ντουβίν- «ένας αδίστακτος έμπορος έργων τέχνης που αποδεδειγμένα άλλαζε τους πίνακες ζωγραφικής που πουλούσε για να τους κάνει αρεστούς στους Αμερικανούς πελάτες του», κατά τον Σεντ Κλερ.
«Ήταν γνωστό, ακόμη και πιο πριν από την εποχή του λόρδου Έλγιν πως τα γλυπτά ήταν χρωματισμένα. Ξύστηκαν, γιατί απλώς και μόνο ο λόρδος Ντουβίν είχε υποκαταστήσει το μουσείο. Είχε δώσει εντολές σε τεχνικούς να κάνουν χωρίς καμία εποπτεία αυτό που εκείνος ήθελε. Δεν έδινε σημασία σε τίποτε που δεν ταίριαζε με τις απόψεις του. Πίστευε πως τα αρχαία μάρμαρα πρέπει να είναι λευκά. Οπότε άλλαξε αυθαίρετα την όψη των γλυπτών για να τα κάνει αρεστά στον εαυτό του», είχε πει ο Σεντ Κλερ.
Ένας ακόμη λόγος πάντως, που η ιστορία δεν έγινε αντιληπτή στην εποχή της, ήταν ότι λίγο μετά ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και τα Γλυπτά του Παρθενώνα αποσύρθηκαν από την αίθουσα Ντουβίν. Ορισμένα από αυτά μεταφέρθηκαν στα υπόγεια του μουσείου ενώ τα υπόλοιπα κρύφθηκαν στο βάθος του κλειστού τότε σταθμού του μετρό Όλντριτζ του Λονδίνου με σακιά από άμμο δίπλα τους για να απορροφούν τους κραδασμούς. Είχαν ληφθεί δηλαδή όλα τα μέτρα προστασίας, κάτι που ουδέποτε αμφισβητήθηκε.
Μετά τον πόλεμο, εξάλλου, με τα απείρως δυσκολότερα προβλήματα, που έπρεπε να επιλυθούν σε όλη την Ευρώπη, κανείς δεν ασχολήθηκε με το θέμα. Ως τη στιγμή, που ο σπουδαίος αυτός ιστορικός και ερευνητής θέλησε να αναζητήσει την αλήθεια.
Η έκδοση «Ο λόρδος Έλγιν και τα Μάρμαρα» |
Παρ’ ότι όμως η έκδοση -ή μάλλον επανέκδοση- του βιβλίου του, όπου όλα αυτά καταγράφονται λεπτομερώς και με αποδεικτικά στοιχεία μπορεί να συντάραξε τον κόσμο του πολιτισμού, το Βρετανικό Μουσείο συνέχισε να αρνείται το γεγονός. Ώσπου το 1999 σε μία διεθνή συνάντηση με τη συμμετοχή της UNESCO, όπως και Ελλήνων και ξένων επιστημόνων έγινε η πλήρης αποκάλυψη.
Για όλους, πλην του Βρετανικού Μουσείου και πάλι, που επέλεξε το δρόμο της επίθεσης εναντίον του Σεν Κλερ κατηγορώντας τον για συκοφαντία. Με ελάχιστους να κάνουν τη διαφορά, όπως ο σπουδαίος επιμελητής του Βρετανικού Μουσείου Ίαν Τζένκινς, που ανέφερε ξεκάθαρα πως ο καθαρισμός «ήταν σκάνδαλο και η κάλυψή του ήταν ένα άλλο σκάνδαλο»…
Σπουδαία η συμβολή όμως του Γουίλιαμ Σεντ Κλερ και στην αποκάλυψη των πραγματικών και εξαιρετικά ασυνήθιστων συνθηκών κάτω από τις οποίες η Μεγάλη Βρετανία είχε αποκτήσει τα γλυπτά. Αμφισβητώντας τις συναλλαγές, που έκανε ο Έλγιν με τις τοπικές οθωμανικές αρχές, ο Σεν Κλερ είχε αποκαλύψει πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια τον παράνομο χαρακτήρα τους, γεγονός που έχει αφήσει το Βρετανικό Μουσείο ακόμη πιο έκθετο αναφορικά με την κηδεμονία των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Να σημειωθεί, εξάλλου, ότι ακόμη και το έγγραφο με το οποίο δόθηκε η άδεια στον Έλγιν για να πάρει τα γλυπτά από την Ελλάδα δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά, στη μόνη διασωθείσα έκδοσή του σ΄ αυτό το βιβλίο. Ένα ιστορικό εν τέλει, βασισμένο στην λεπτομερειακή εξέταση όλων των πρωτότυπων αρχείων, που έχουν διασωθεί, με αναφορές επίσης στο δέος των Ευρωπαίων εκείνης της εποχής απέναντι στην αρχαία κλασική τέχνη, στη δημιουργία του Παρθενώνα και τη σημασία του, στην κλοπή του Έλγιν και στις αντιδράσεις του Ναπολέοντα και του λόρδου Μπάιρον. (Το βιβλίο κυκλοφορεί στα ελληνικά με τίτλο «Ο Λόρδος Έλγιν και τα Μάρμαρα», εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα).
Ο ίδιος εξάλλου παρουσίασε την έρευνά του σε πολλές διαλέξεις, συμπεριλαμβανομένης της ετήσιας διάλεξης Runciman στο King’s College London το 2012. Κι αν αναρωτηθεί κανείς από πού πήγαζε η αγάπη για τον ελληνικό κλασικό πολιτισμό η απάντηση έχει δοθεί από τον ίδιο: «Μεγάλωσα στη Σκωτία σε μια μικρή πόλη ανθρακωρύχων. Πήγα σχολείο στο Εδιμβούργο, μια πόλη επηρεασμένη από την κλασική παράδοση κι έλαβα εκπαίδευση, που ήταν επικεντρωμένη στους αρχαίους Έλληνες κλασικούς. Το σχολείο όπου πήγαινα ήταν χτισμένο σαν αρχαιοελληνικός ναός, υπήρχαν παντού ελληνικές επιγραφές και ο καθένας από μας είχε και έναν τίτλο, εγώ για παράδειγμα ήμουν ο έφορος. Γιατί κάθε παιδί έφερε μια ελληνική ονομασία από την κλασική αρχαιότητα. Νιώθαμε κατά κάποιον τρόπο κληρονόμοι της κλασικής παράδοσης. Αρχαία ελληνικά μαθαίναμε από πάρα πολύ νωρίς». Αυτό και μόνο για ένα παιδί που ο πατέρας του ήταν εργάτης στη βιομηχανία χάλυβα, στην οικογένειά του δεν υπήρχε καθόλου ακαδημαϊκή παράδοση κι όταν ερχόταν στην Αθήνα ως φοιτητής «Κοιμόμασταν έξω, γιατί δεν είχαμε χρήματα για ξενοδοχείο, κοιμόμασταν λοιπόν στην παραλία του Φαλήρου»…
Στις 7 Ιουλίου επρόκειτο να του απονεμηθεί από την Εταιρεία Ελληνισμού και Φιλελληνισμού στην Αθήνα μετάλλιο για το έργο του αλλά η τελετή αφιερώθηκε στη μνήμη του.
Πηγή: Μ. Θερμού, MonoNews
Δεν υπάρχουν σχόλια