Με το πιο αλλοιωμένο κάστρο του Αιγαίου και σημαντικά ναυάγια της Μεσογείου να εκπέμπουν σήμα κινδύνου, ερευνητές του Εθνικού Μετσόβιου Πολυ...
Με το πιο αλλοιωμένο κάστρο του Αιγαίου και σημαντικά ναυάγια της Μεσογείου να εκπέμπουν σήμα κινδύνου, ερευνητές του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου συντονίζουν μια διεθνή κοινοπραξία που επιστρατεύει πρωτοποριακά τεχνολογικά εργαλεία για την προστασία και τη διατήρηση πολιτιστικών μνημείων από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Το αρχαίο κάστρο της Μυκόνου αποτελεί μια τυπική περίπτωση στην οποία η παράκτια πολιτιστική κληρονομιά κινδυνεύει να υποστεί ζημιά λόγω διάβρωσης των ακτών ή ακραίων καιρικών φαινομένων. Χρονολογείται από τον 13 αιώνα, αλλά σήμερα βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση λόγω της προχωρημένης διάβρωσης και της σεισμικής δραστηριότητας στην περιοχή.
Τα τελευταία δύο χρόνια η περιοχή βρίσκεται στο στόχαστρο του ερευνητικού έργου THETIDA, μιας πρωτοποριακής διεθνούς κοινοπραξίας που –υπό τον συντονισμό του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Συστημάτων Επικοινωνίας και Υπολογιστών (ΕΠΙΣΕΥ) του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ)– ενώνει οκτώ ευρωπαϊκές χώρες σε μια διεθνή προσπάθεια για την προστασία και τη διατήρηση παράκτιων και υποθαλάσσιων πολιτιστικών μνημείων.
![]() |
Mέρη της βορειοδυτικής ακτής του Κάστρου της Μυκόνου είναι ήδη κάτω από το επίπεδο της θάλασσας. |
Η συνδυασμένη παρουσία κινδύνων που προκύπτουν από την υψηλή έκθεση στην ακτογραμμή της διάβρωσης, καθώς και από ανθρώπινες παρεμβάσεις, καθιστούν τον τόπο μια ενδιαφέρουσα περίπτωση προς μελέτη. «Πράγματι, το κάστρο είναι χτισμένο σε μια χαμηλή, παράκτια χερσόνησο, με χαρακτηριστικό ημιέρημο μεσογειακό κλίμα, όπου παρατηρούνται και καταγράφονται διακυμάνσεις της στάθμης της θάλασσας λόγω της κλιματικής αλλαγής. Για αυτό και επιλέχθηκε για να αποτελέσει ένα από τα επτά πιλοτικά σημεία που θα επικεντρωθεί το THETIDA», δηλώνει ο δρ Αγγελος Αμδίτης, επιστημονικός συντονιστής του έργου και Διευθυντής Ερευνας και Ανάπτυξης του ΕΠΙΣΕΥ του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Το πιο αλλοιωμένο κάστρο στο Αιγαίο
Σήμερα είναι το πιο αλλοιωμένο κάστρο στο Αιγαίο, κυρίως λόγω των σύγχρονων τροποποιήσεων που έχει υποστεί, αλλά και εξαιτίας του ότι αποτελεί και έναν από τους λίγους αρχαίους οικισμούς που βρίσκονται τόσο κοντά στη θάλασσα. Παρ’ όλα αυτά, παραμένει μνημείο μεγάλης αρχαιολογικής, αρχιτεκτονικής και ιστορικής αξίας. Σύμφωνα με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, οι αρχαιολογικές ανασκαφές και καταγραφές στην περιοχή επιβεβαιώνουν την ανάπτυξη οικισμού εντός των τειχών του κάστρου ήδη από τη δεύτερη χιλιετία π.Χ. Ωστόσο, την ταυτότητα του χώρου καθόρισαν ανθρώπινες παρεμβάσεις κατά τη βυζαντινή και την ενετική περίοδο.
Η σημερινή δομή του κάστρου χρονολογείται από το 1207, όταν ξαναχτίστηκε ως οχυρωμένος οικισμός από τους αδελφούς Γκίσι από τη Βενετία. Το κάστρο εγκαταλείφθηκε στο τέλος του 19ου αιώνα, με αποτέλεσμα την κατεδάφιση πολλών κτιρίων. Οι εκκλησίες του κάστρου είναι τα μόνα κτίρια που παραμένουν ανέπαφα, αλλά τα υπόλοιπα κτίρια, στέκονται κατάλοιπα από τις προϊστορική, την κλασική και την ελληνιστική περίοδο, τη βυζαντινή εποχή και την ενετική αρχιτεκτονική, και δημιουργούν ένα μνημειώδες παλίμψηστο που αναδεικνύει την πορεία του κάστρου στον χρόνο και τη μοναδική του ταυτότητα.
«Οπως φαίνεται από φωτογραφίες που λήφθηκαν από UAVs, μέρη της βορειοδυτικής ακτής του κάστρου είναι ήδη κάτω από το επίπεδο της θάλασσας. Ο κίνδυνος για επιπλέον απώλειες λόγω διάβρωσης των ακτών και μικρορωγμών στα δομικά στοιχεία του μνημείου είναι άμεσος», συμπληρώνει ο δρ Παναγιώτης Μιχάλης, ερευνητής του I-SENSE Group στο ΕΠΙΣΕΥ του ΕΜΠ και project manager του έργου και εξηγεί ότι οι ερευνητές του ΤΗΕΤΙDA αναπτύσσουν αισθητήρες που θα εγκατασταθούν στην περιοχή (μετεωρολογικό σταθμό, αισθητήρες ανίχνευσης ρωγμών και αισθητήρες σεισμικής δόνησης) και θα συνδυαστούν με δεδομένα που προκύπτουν από δορυφόρους και υποθαλάσσιες μελέτες, «ώστε να έχουμε ακριβή εκτίμηση των κινδύνων και να μπορούμε να προτείνουμε συγκεκριμένα μέτρα που θα ενισχύσουν την ανθεκτικότητα του μνημείου».
Στο πλαίσιο της κοινοπραξίας του ΤΗΕΤΙDΑ –που αποτελείται από 17 εταίρους ανά οκτώ ευρωπαϊκές χώρες– κομβικός είναι και ο ρόλος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, η οποία καθορίζει όχι μόνο το απαραίτητο πλαίσιο δράσης – με βάση την αρχαιολογική μελέτη της περιοχής και τις ιδιαιτερότητες του τόπου (νομικές κ.ά.), αλλά είναι και ο φορέας που θα μεριμνήσει να βελτιώσει και να επεκτείνει τη μεθοδολογία του έργου αξιοποιώντας τα αποτελέσματά του, συμβάλλοντας έτσι στον σχεδιασμό μέτρων για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Μυκόνου.
Δεδομένα ανεκτίμητης αξίας
![]() |
Στο πλαίσιο του THETIDA έχουν ήδη ολοκληρωθεί ερευνητικές αποστολές και οργανωμένες καταδύσεις στη Μεσόγειο, ειδικά στα ναυάγια της Νήσιας (Κύπρος) και «Equa» (Ιταλία). |
Η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην πολιτιστική κληρονομιά είναι διεθνώς μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που καλούνται να διαχειριστούν τα κράτη και η επιστημονική κοινότητα. «Αυξημένη ατμοσφαιρική ρύπανση, ακραία καιρικά φαινόμενα και καταστροφές δεν απειλούν μόνο τα μνημεία σε ηπειρωτικές περιοχές. Σε κίνδυνο, και μάλιστα μεγαλύτερο πια, βρίσκονται και τα παράκτια και υποθαλάσσια μνημεία. Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, η διάβρωση, η υφαλμύρωση των παράκτιων υδάτων και σειρά από άλλα πρωτόγνωρα υποθαλάσσια και μορφολογικά φαινόμενα, αλλά και ανθρωπογενείς παράγοντες, προκαλούν ζημιές σε παράκτιες υποδομές και καταδικάζουν σε αργή και σταθερή φθορά σειρά από αρχαιολογικά και πολιτιστικά μνημεία που κοσμούν τον βυθό και τις ακτές μας εδώ και αιώνες. Κρίνοντας αναγκαία πλέον την έγκαιρη παρέμβαση της αρχαιολογικής και της ερευνητικής κοινότητας με στόχο την παρακολούθηση των φαινομένων αυτών και την ανάπτυξη μεθόδων καταγραφής και πρόβλεψης, επιδιώξαμε με το THETIDA να σχεδιάσουμε μια ασπίδα προστασίας απέναντι στις σύγχρονες και τις μελλοντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα παράκτια μνημεία. Και είναι ελπιδοφόρο ότι έχουμε στα χέρια μας σήμερα πρωτοποριακά τεχνολογικά εργαλεία και συστήματα που μπορούν να υποστηρίξουν αυτό το εγχείρημα», διαπιστώνει ο δρ Αγγελος Αμδίτης.
Το THETIDA –που βρίσκεται ήδη στον δεύτερο χρόνο υλοποίησής του– έχει να προσφέρει σήμερα τα πρώτα αποτελέσματα, πολύτιμα δεδομένα – αποδείξεις των αλλαγών που συντελούνται μέρα με τη μέρα στον βυθό, θέτοντας σε κίνδυνο τα παράκτια και τα υποθαλάσσια μνημεία ανά τον κόσμο, καθώς ολοκληρώθηκε και ο πρώτος κύκλος πιλοτικών δοκιμών στα ναυάγια της Μεσογείου. Μέριμνα της κοινοπραξίας είναι η προστασία και η διατήρηση αυτών των μνημείων μέσω καινοτόμων τεχνολογιών και επιστημονικών μεθόδων. Η ανάπτυξη προηγμένων αισθητήρων, τρισδιάστατων αποτυπώσεων και συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση και την καταγραφή των αλλαγών στον βυθό, συμβάλλοντας στην έγκαιρη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση της διάβρωσης και άλλων περιβαλλοντικών κινδύνων.
Στην κοινοπραξία του έργου συμμετέχουν πλήθος από φορείς ανά την Ευρώπη, σημαντικά ακαδημαϊκά ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα όπως τα Πανεπιστήμια της Κύπρου, της Padova, του Eindhoven και του Algarve, εταιρείες όπως η ιταλική EdgeLab και η ελβετική Resileince Guard και οι ιταλικοί καταδυτικοί οργανισμοί ΙΑΝΤD και MDCA.
![]() |
Μετά από δύο χρόνια ερευνών, οι ερευνητές έχουν τα πρώτα αποτελέσματα από την εφαρμογή υποθαλάσσιων αισθητήρων, τις υπερφασματικές αποτυπώσεις και την ανάπτυξη τρισδιάστατων μοντέλων των μνημείων. |
«Τα δεδομένα που συλλέγουμε είναι ανεκτίμητης αξίας, καθώς μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στα υποθαλάσσια μνημεία. Στόχος μας είναι η δημιουργία ενός βιώσιμου πλαισίου διαχείρισης που θα διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη προστασία τους», τονίζει ο δρ Αμδίτης.
Σε συναγερμό βρίσκονται διάσημα ναυάγια της Μεσόγειου που κείτονται εδώ και αιώνες στα βάθη των ωκεανών, κρατούν αινίγματα και μαρτυρίες ένδοξων εποχών και αφηγούνται ιστορίες του βυθού.
Και ενώ η παράκτια διάβρωση και οι ακτογενείς διαδικασίες αφανίζουν αργά και σταθερά πολύτιμα μνημεία του κυκλαδίτικου πολιτισμού στα ελληνικά εδάφη, το λιώσιμο των πάγων, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και η κατακόρυφη υποχώρηση του εδάφους αλλάζουν μέρα με τη μέρα τη μορφολογία των ακτών στη Βόρεια Ευρώπη. Σε συναγερμό βρίσκονται και διάσημα ναυάγια στη Μεσόγειο που κείτονται εδώ και αιώνες στα βάθη των ωκεανών, κρατούν αινίγματα και μαρτυρίες ένδοξων εποχών, μυστήρια και αφηγούνται ιστορίες του βυθού.
Το αρχαίο κάστρο της Μυκόνου, ένα βυθισμένο βομβαρδιστικό αεροσκάφος του πολεμικού ναυτικού των ΗΠΑ, ένα ιστορικό ορυχείο στη Νορβηγία, το ρωμαϊκό ναυάγιο στο νησί Γκαλινάρα της Ιταλίας, η λίμνη Ισελ στην Ολλανδία, το ναυάγιο «Εqua» του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το ιστορικό ναυάγιο της οθωμανικής περιόδου Νήσια στα κυπριακά ύδατα είναι οι επτά πιλοτικές τοποθεσίες που έχει επιλέξει το ΤΗΕΤΙDA για να αναπτύξει τη μεθοδολογία του.
Στα άδυτα του ναυαγίου της Νήσιας
![]() |
Ενα από τα πιο σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα στην ανατολική Μεσόγειο είναι το ναυάγιο της Νήσιας στον κόλπο της Αμμοχώστου στην Κύπρο. |
Σε βάθος 27 μέτρων στον κόλπο της Αμμοχώστου στην Κύπρο βρίσκεται για περισσότερα από 250 χρόνια ένα από τα πιο σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα στην ανατολική Μεσόγειο, το ναυάγιο της Νήσιας. Γνωστό στους δύτες ήδη από τη δεκαετία του 1980, το ναυάγιο προσφέρει μια μοναδική ματιά στην Ιστορία και στις ναυτικές παραδόσεις της οθωμανικής εποχής, ωστόσο η ιστορία του πλοίου, οι χρήσεις του και το τελευταίο του ταξίδι παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άγνωστα. Ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν το 2014 και το 2017 από το Εργαστήριο Θαλάσσιας Αρχαιολογικής Ερευνας (MARELab) του Πανεπιστημίου Κύπρου αποκάλυψαν ότι το πλοίο χρονολογείται από τον 18ο αιώνα και μεγάλο μέρος της ξύλινης γάστρας του διατηρείται ακόμα κάτω από την άμμο.
«Οπως τα περισσότερα ναυάγια ξύλινων πλοίων, έτσι και το Νήσια αποτελεί μοναδικό δείγμα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Αποκαλύπτει πτυχές της ναυτικής ιστορίας και της σχέσης των πολιτισμών με τη θάλασσα, αλλά παραμένει εξαιρετικά εύθραυστο, καταδικασμένο σε αργή φθορά, εκτός αν ληφθούν εξειδικευμένα επιστημονικά και τεχνολογικά μέτρα για την προστασία του», σημειώνει ο Π. Μιχάλης, ερευνητής της συντονίστριας ομάδας του THETIDA.
![]() |
Ο σημαντικός αυτός υποθαλάσσιος χώρος έχει υποστεί ζημιές από ανεξέλεγκτες δραστηριότητες αναψυχής, κατάδυσης και τουρισμού, αλλά και από περιβαλλοντικές απειλές. |
Σήμερα, παρά τη σημασία του, ο υποθαλάσσιος αυτός χώρος έχει υποστεί ζημιές από ανεξέλεγκτες δραστηριότητες αναψυχής, κατάδυσης και τουρισμού, αλλά και από περιβαλλοντικές απειλές, καθώς μεταβάλλονται μέρα με τη μέρα οι ωκεανογραφικές συνθήκες, οι κινήσεις ιζήματος και τα θαλάσσια οικοσυστήματα που το περιβάλλουν. Η πρόσφατη αποστολή στον βυθό του ναυαγίου είχε στόχο να καταγράψει τις μεταβολές αυτές (όπως ρεύματα, pH και αγωγιμότητα, θερμοκρασία νερού, μετεωρολογικά φαινόμενα κ.ά.) και να εφαρμόσει μεθόδους παρακολούθησης της περιοχής με βάση ορθοφωτοχάρτες (δηλαδή, αναπαραστάσεις της επιφάνειας του εδάφους με βάση αεροφωτογραφίες ή ψηφιακά επεξεργασμένες εικόνες) και μέσω της δημιουργίας τρισδιάστατων μοντέλων απεικόνισης του ναυαγίου. «Αυτή η μέθοδος είναι χρήσιμη, καθώς εξασφαλίζει με ακρίβεια την αναπαράσταση της επιφάνειας της γης. Μας δίνει πολύτιμα στοιχεία που μπορούμε να συνδυάσουμε με στοιχεία που προκύπτουν από εγκατεστημένους στον βυθό αισθητήρες, οι οποίοι συλλέγουν τις απαραίτητες πληροφορίες για τη δημιουργία τρισδιάστατων απεικονίσεων του χώρου και επιτρέπουν την περαιτέρω εφαρμογή προγνωστικών μοντέλων», σημειώνει ο επιστημονικός συντονιστής του ΤΗΕΤΙDA, δρ Αγγελος Αμδίτης.
Και εδώ είδαμε τη διεθνή κοινότητα να συνεργάζεται. Τις καταδυτικές αποστολές διοργάνωσε το Εργαστήριο Ενάλιας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου υπό την καθοδήγηση της δρος Στέλλας Δεμέστιχα (διευθύντρια του Εργαστηρίου). Στο πλαίσιο του εγχειρήματος, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο δοκίμασε για πρώτη φορά επιτυχώς υπερφασματική υποβρύχια κάμερα για την καταγραφή ενδείξεων φθοράς σε ξύλινα μέρη του ναυαγίου και το ΕΠΙΣΕΥ ανέπτυξε και εγκατέστησε πρωτότυπους αισθητήρες για την αξιολόγηση περιβαλλοντικών παραγόντων. Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Πάδοβα (UNIPD) συνέλεξαν δείγματα βιολογικού υλικού από τα εκτεθειμένα αρχαιολογικά υπολείμματα. Η μελέτη αυτών των δειγμάτων θα φέρει στο φως στοιχεία που αφορούν την αντοχή των υλικών – όπως ξύλο, μέταλλο και πέτρα, τον ρυθμό βιοαποδόμησής τους και τον τρόπο που το καθένα αλληλεπιδρά με τη θαλάσσια μικροπανίδα.
Γέφυρες επικοινωνίας
Το Ινστιτούτο Θαλάσσιας και Ναυτιλιακής Τεχνολογίας Κύπρου (CMMI) διοργάνωσε καθοδηγούμενες επισκέψεις στον χώρο για τα τοπικά καταδυτικά κέντρα, ενισχύοντας τις γέφυρες επικοινωνίας των ερευνητών με την κοινότητα των δυτών στις περιοχές της Αγίας Νάπας και του Πρωταρά. Οι επισκέψεις αυτές είχαν στόχο να πυροδοτήσουν το ενδιαφέρον για τις αρχαιολογικές καταδύσεις και να ανοίξουν τη δημόσια συζήτηση για την προστασία και τη διατήρηση των υποθαλάσσιων αρχαιολογικών χώρων.
Στο THETIDA, τόσο οι τρισδιάστατες απεικονίσεις των μνημείων όσο και το πλήθος δεδομένων που λαμβάνουν οι ερευνητές σε πραγματικό χρόνο ενσωματώνονται σε ένα καινοτόμο σύστημα, μια πρωτοποριακή πλατφόρμα που θα μπορεί να υποστηρίξει καίριες αποφάσεις και στρατηγικές προσαρμογής και μετριασμού των ζημιών για τη συντήρηση των μνημείων. «Στόχος μας είναι να αναπτύξουμε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική προληπτικής συντήρησης για τα μνημεία αυτά, μια στρατηγική η οποία χτίζει την ετοιμότητά μας και περιλαμβάνει τη διαχείριση κινδύνων, τον εντοπισμό και την αποτροπή πρόσθετων απειλών, αλλά και να παραδώσουμε στη διεθνή κοινότητα ένα σημαντικό εργαλείο που θα συμβάλει στην εξεύρεση στρατηγικών αξιολόγησης των κινδύνων, προσαρμογής, ανασυγκρότησης και αποκατάστασης των μνημείων και των περιοχών αυτών που έχουν πληγεί από την κλιματική κρίση», εξηγεί ο δρ Αγγελος Αμδίτης, συντονιστής του έργου.
Σήμα κινδύνου από το ναυάγιο «Εqua»
![]() |
Το κουφάρι του «Equa», κυνηγού υποβρυχίων κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, βρίσκεται σήμερα σε βάθος 40 μέτρων σε προστατευόμενη θαλάσσια περιοχή της Ιταλίας. |
Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το «Equa» μετατράπηκε σε κυνηγό υποβρυχίων, εξοπλίστηκε με κανόνια και αντιυποβρυχιακό σύστημα και εντάχθηκε στο στρατιωτικό βοηθητικό στόλο. Τη νύχτα της 18ης Απριλίου 1944 συγκρούστηκε κατά λάθος με τον γερμανικό κυνηγό υποβρυχίων UJ2220. Ευτυχώς, όλα τα μέλη του πληρώματος διασώθηκαν και δεν υπήρξαν θύματα.
Σήμερα, το «Equa» παραμένει βυθισμένο κοντά στην προστατευόμενη θαλάσσια περιοχή του Εθνικού Πάρκου Cinque Terre στην Ιταλία, που αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Βρίσκεται σε μέγιστο βάθος 40 μέτρων, πάνω σε λασπώδες βυθό, με ελαφρά κλίση προς τη δεξιά πλευρά. Λόγω της εγγύτητάς του με το Εθνικό Πάρκο Cinque Terre, το διάσημο ναυάγιο φιλοξενεί πλούσια θαλάσσια πανίδα, με ψάρια και άλλα θαλάσσια ζώα, ενώ η σπάνια θαλάσσια χελώνα (Mola mola) παρατηρείται συχνά στην περιοχή γύρω από το ναυάγιο. Αυτή η πλούσια υποθαλάσσια ζωή καθιστά το ναυάγιο έναν ιδανικό προορισμό για ψαράδες και δύτες και προσδίδει στην ευρύτερη περιοχή μεγάλη τουριστική αξία, κάτι που δυστυχώς οδηγεί σε ρύπανση.
![]() |
Η ρύπανση και η σημαντική αύξηση της θερμοκρασίας στον βυθό λόγω της κλιματικής αλλαγής απειλούν το μνημείο. |
«Παρά την ικανοποιητική κατάσταση του ναυαγίου, όλα τα ναυάγια προορίζονται, αργά ή γρήγορα, να καταρρεύσουν και να ενσωματωθούν σταδιακά στο υποθαλάσσιο περιβάλλον. Η διαδικασία είναι πιο αργή για τα ναυάγια από χάλυβα, όπως το «Equa», ωστόσο οι δύτες μας έχουν παρατηρήσει ήδη έναν σημαντικό παράγοντα που θα επιταχύνει τη φθορά: σημαντική αύξηση της θερμοκρασίας στο βυθό (35 μέτρα) κατά περίπου 2°C» σημειώνει ο δρ Αγγελος Αμδίτης. «Οι καταδυτικές αποστολές που επιχείρησαν στην περιοχή το καλοκαίρι που πέρασε ωστόσο παρατήρησαν επίσης ένα παράξενο ρεύμα που ανεβαίνει από τον βυθό και δημιουργεί νέφος από λάσπη, με αποτέλεσμα να εμποδίζει τους δύτες να ολοκληρώσουν την 3D καταγραφή του ναυαγίου. Πρόκειται βέβαια για ένα φαινόμενο που έχει συμβεί και στο παρελθόν, αλλά μόνο σπάνια. Το φετινό καλοκαίρι, ωστόσο, το νέφος λασπών εμφανίστηκε σχεδόν σε όλες τις καταδύσεις», προσθέτει ο Π. Μιχαλής εκφράζοντας έντονη ανησυχία για την πορεία των αποστολών.
Με αρωγούς τους πολίτες
![]() |
Μια πρωτοπόρα ΑR εφαρμογή ενημερώνει τους πολίτες για τους κινδύνους που απειλούν το ναυάγιο «Equa». |
Αναγνωρίζοντας ότι η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή είναι μια προσπάθεια που χρειάζεται να εμπλέξει και τους ίδιους τους πολίτες, το έργο θέτει ως στόχο να κινητοποιήσει και να ευαισθητοποιήσει και τις τοπικές κοινότητες στη διαδικασία διαφύλαξης της παράκτιας κληρονομιάς, καθιστώντας τους πολίτες αρωγούς σε αυτή τη συλλογική υπόθεση.
Δράσεις που επιδιώκουν να έχουν τους πολίτες ως αρωγούς στη μάχη που δίνουν τα μνημεία μας σήμερα, έτρεξαν σε πιλοτικές τοποθεσίες. Ετσι οι ενδιαφερόμενοι μπορούν σήμερα να περιηγηθούν στα ναυάγια «Εqua» και Νήσια μέσα από πρωτοπόρα ΑR εφαρμογή που αναπτύσσει το έργο και να ενημερωθούν για τους κινδύνους που τα απειλούν.
![]() |
Στο κάστρο της Μυκόνου έχουν πραγματοποιηθεί ανοιχτά εργαστήρια ενημέρωσης των τοπικών κοινοτήτων. |
Μάχη για τη διάσωση ενός ένδοξου παρελθόντος
![]() |
Το πλήρωμα του αμερικανικού πολεμικού αεροσκάφους Consolidated PB4Y-1 σε εκπαίδευση το 1943. Τέσσερις επέβαιναν κατά τη μοιραία πτήση, οι τρεις διασώθηκαν. (©Lyle Van Hook) |
Η επική ιστορία της συντριβής και της διάσωσης του πληρώματος του αεροσκάφος του πολεμικού ναυτικού των ΗΠΑ Consolidated PB4Y-1 κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου καθιστούν το ναυάγιο δημοφιλές μνημείο τόσο για τους δύτες και όσο και για την τοπική κοινότητα, αλλά και ιδανική περίπτωση μελέτης για την κοινότητα του ΤHETIDA.
Το αεροσκάφος συνετρίβη στα βάθη του Ατλαντικού Ωκεανού τη νύχτα της 30ής Νοεμβρίου 1943, ενώ ο πόλεμος βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. Το τετρακινητήριο βομβαρδιστικό τύπου B-24 Liberator εκτελούσε περιπολία κατά υποβρυχίων στον κόλπο του Κάδιθ, ανήκε στη Μοίρα VB 112 και είχε μόλις φτάσει στο Port Lyautney (σήμερα Κενίτρα) στο Μαρόκο.
![]() |
H προπέλα του βυθισμένου βομβαρδιστικού (©Αρχείο Δήμου Faro). |
«Την εποχή εκείνη, τα αεροσκάφη μπορούσαν να περιπολούν απομονωμένα πάνω από τη θάλασσα για εκατοντάδες μίλια, εξοπλισμένα με παραδοσιακά συστήματα πλοήγησης (χάρτες και πυξίδα) και ραδιοσυχνότητες που τα καθοδηγούσαν πίσω στη βάση τους. Κατά την επιστροφή τους από μια αποστολή, οι Αμερικανοί πιλότοι του B-24 Liberator δεν γνώριζαν ότι η Σεβίλλη χρησιμοποιούσε μια συχνότητα πολύ κοντά σε αυτήν της Μοίρας τους, την οποία τελικά συνέλαβε το αεροσκάφος. Ως αποτέλεσμα, το πλήρωμα του βομβαρδιστικού βρέθηκε να πετά προς την Ιβηρική Χερσόνησο αντί για το Μαρόκο, που ήταν ο προορισμός τους», εξηγεί η καθηγήτρια Cristina Veiga-Pires, διευθύντρια του πορτογαλικού CCVAlg.
«Λόγω κακοκαιρίας, αναταράξεων και κακής ορατότητας, το πλήρωμα προσπάθησε να πραγματοποιήσει προσγείωση στην παραλία, αλλά συνετρίβη στη θάλασσα. Οταν το σύστημα προσγείωσης χτύπησε τα κύματα, το αεροσκάφος ανατράπηκε και διαλύθηκε, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν πέντε από τα 11 μέλη του πληρώματος. Οι επιζώντες βρέθηκαν και διασώθηκαν από τρεις ψαράδες. Παρά τις δύσκολες συνθήκες, το πεντάμετρο αλιευτικό σκάφος και οι ναυτικοί του κατάφεραν να φτάσουν στην ακτή», προσθέτει.
![]() |
Οι ψαράδες που διέσωσαν έξι μέλη του πληρώματος (©Lyle Van Hook) |
Σήμερα, το ναυάγιο βρίσκεται βυθισμένο σε βάθος 19 έως 22 μέτρων στην Πορτογαλία. Μέχρι στιγμής, έχουν βρεθεί μόνο η πλήρης δομή των δύο φτερών και μέρος της ατράκτου, η οποία βρίσκεται αναποδογυρισμένη. Το άνοιγμα των φτερών είναι περίπου 34 μέτρα. Αν και οι δύο έλικες έχουν απομακρυνθεί από την κύρια δομή, πιθανότατα κατά τη συντριβή ή λόγω των ωκεάνιων ρευμάτων οι κινητήρες και τα φρεάτια του συστήματος προσγείωσης είναι ακόμα ορατά. Είναι εντυπωσιακό ότι το κύριο σώμα της ατράκτου δεν έχει ακόμη βρεθεί.
«Στην περιοχή του B-24 Liberator χρησιμοποιούμε αυτόνομα υποθαλάσσια οχήματα (AUVs) για τη μέτρηση των περιβαλλοντικών μεταβλητών, τη χαρτογράφηση του βυθού και της δομής του ναυαγίου. Είναι γεγονός ότι η εκτίμηση και η παρακολούθηση της υποθαλάσσιας πολιτιστικής κληρονομιάς είναι διαδικασία συχνά δύσκολη, επικίνδυνη και δαπανηρή. Oι νέες τεχνικές που αναπτύσσουμε στο ΤΗΕΤΙDA, και κυρίως η χρήση αυτόνομων υποθαλάσσιων οχημάτων που μεταφέρουν υπερφασματικές κάμερες για να συλλέξουν εικόνες από τον βυθό, διευκολύνουν την ανθρώπινη παρουσία κοντά στο ναυάγιο με συστηματικό τρόπο, μειώνοντας τον κίνδυνο και το κόστος», εξηγεί ο δρ Αμδίτης.
Στο πλαίσιο της κοινοπραξίας του THETIDA υπό τον συντονισμό του ΕΠΙΣΕΥ του ΕΜΠ, το Universidade do Algarve (UAlg) και το Centro Ciência Viva do Algarve (CCVAlg) υποστηρίζουν από κοινού τις δραστηριότητες του πιλοτικού χώρου.
Τα πολύτιμα μυστικά 10.000 ρωμαϊκών αμφορέων
Ενας ακόμα κύκλος καταδυτικών αποστολών ολοκληρώθηκε πρόσφατα για το ΤΗΕΤΙDA στο νησί Γκαλινάρα της βορειοδυτικής Ιταλίας και στο ναυάγιο «Αλμπένγκα Α», ένα από τα μεγαλύτερα πλοία μεταφοράς της ρωμαϊκής εποχής που ανακαλύφθηκαν ποτέ και βρίσκεται στον γύρω βυθό σε βάθος περίπου 40 μέτρων. Με το φορτίο του, το οποίο περιλαμβάνει περίπου 10.000 αμφορείς που χρονολογούνται στον 1ο αιώνα π.Χ., τα υπολείμματα του πλοίου αποτελούν ανεκτίμητη πηγή πληροφοριών για την κατανόηση του εμπορίου, των συνηθειών και των μηχανισμών του ρωμαϊκού πολιτισμού. Αρχικά κατασκευασμένο από ξύλο, τα εναπομείναντα ξύλινα μέρη του σκάφους είναι πλέον καλυμμένα εξ ολοκλήρου από άμμο και πολλοί αμφορείς εξακολουθούν να βρίσκονται στον πυθμένα του βυθού, φιλοξενώντας μια πληθώρα θαλάσσιας ζωής, όπως θαλάσσια αγγούρια, ψάρια μωρά, αστακούς και πολλά άλλα.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000, ο χώρος του ναυαγίου «Αλμπένγκα Α» ήταν ανοιχτός για αναψυχές καταδύσεις, προσφέροντας μια μοναδική εμπειρία στους εκπαιδευμένους δύτες, για να βυθιστούν στα μυστήρια της ρωμαϊκής εποχής. Οι κλοπές και οι ληστείες όμως πυροδότησαν έντονη αντίδραση από τις τοπικές αρχές και τα ιδρύματα, τα οποία αποφάσισαν να κλείσουν τον χώρο για το κοινό. Οι ληστείες δεν είναι η μοναδική απειλή για το ναυάγιο. Οπως συμβαίνει με την πλειονότητα των υποβρύχιων πολιτιστικών κληρονομιών, η φθορά είναι μέρος της ζωής του ναυαγίου. Τα τελευταία χρόνια, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ενισχύουν τις διαδικασίες φθοράς. Οι διακυμάνσεις στην οξύτητα του νερού, η αύξηση της θερμοκρασίας της θάλασσας και η ρύπανση του νερού, σε συνδυασμό με τις ανθρώπινες επιπτώσεις, έχουν προκαλέσει σοβαρές ζημιές στον χώρο.
![]() |
Το ναυάγιο «Αλμπένγκα Α» θα παρακολουθείται μέσω απομακρυσμένων αισθητήρων. |
Σήμερα, ως μία από τις πιλοτικές τοποθεσίες του έργου THETIDA, το ναυάγιο «Αλμπένγκα Α» θα παρακολουθείται μέσω απομακρυσμένων αισθητήρων και μετρήσεων για να πραγματοποιηθεί συνδυασμένη ανάλυση περιβαλλοντικών παραμέτρων και ρύπανσης, καθώς και εκτίμηση των ζημιών. Τα δεδομένα που θα συλλέγονται σε πραγματικό χρόνο θα χρησιμοποιηθούν στη συνέχεια για την τροφοδότηση προγνωστικών μοντέλων, ώστε να παρέχουν ακριβή και εύκολα προσβάσιμα δεδομένα στους ενδιαφερόμενους φορείς και να υποστηρίξουν τις ενημερωμένες αποφάσεις για τη βιώσιμη χρήση και το μέλλον του χώρου. Ταυτόχρονα, οι ερευνητές του έργου αναπτύσσουν ένα εργαλείο οπτικοποίησης για φορείς και κοινό, επιτρέποντας σε ενδιαφερόμενα μέρη να εξερευνήσουν τον γύρω χώρο του νησιού Γκαλινάρα και τον θαυμάσιο βυθό του από την ξηρά, χρησιμοποιώντας ένα σύστημα AR ή ακόμη και το κινητό τους τηλέφωνο.
«Να παραδώσουμε τα μνημεία στις μελλοντικές γενιές»
«Η ουσιαστική συνομιλία μεταξύ ενός εύρους επιστημονικών πεδίων –από αρχαιολογία έως τις ψηφιακές επιστήμες– και η ανταλλαγή γνώσης και μεθοδολογίας με διεπιστημονικούς όρους στάθηκαν τα καίρια συστατικά για την επιτυχία του εγχειρήματος έως τώρα και ταυτόχρονα μεγάλη πρόκληση. Και αυτό προσπαθήσαμε να διασφαλίσουμε κατά τον σχεδιασμό του έργου, την απρόσκοπτη διεπιστημονική συνεργασία, που βλέπουμε έχει αρχίσει και αποδίδει σημαντικά αποτελέσματα ήδη», εξηγεί κλείνοντας ο δρ Αγγελος Αμδίτης και προσθέτει: «Πέρα από το THETIDA, στο Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Συστημάτων Επικοινωνιών και Υπολογιστών (ΕΠΙΣΕΥ) του ΕΜΠ βρίσκονται σε εξέλιξη μεγάλης κλίμακας ερευνητικά έργα που επιχειρούν να δείξουν τον δρόμο προς την ευρεία χρήση νέων τεχνολογιών στον τομέα του πολιτισμού για την ανάδειξη και την προβολή των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και την προφύλαξή τους από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Εκεί που η τεχνολογία συναντά τον πολιτισμό θα παρακολουθήσουμε στο μέλλον να αυξάνεται η σχετική ερευνητική δραστηριότητα, καθώς μια σειρά από καινοτόμες τεχνολογίες και μέθοδοι όπως η ψηφιοποίηση, η τεχνητή νοημοσύνη, η μηχανική μάθηση, η ανάλυση δεδομένων, η επιστήμη των πολιτών έχουν αποδείξει ότι μπορούν να αποτελέσουν σημαντικά εργαλεία στην προσπάθεια της διεθνούς κοινότητας να παραδώσουμε τα μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς στις μελλοντικές γενεές».
Πηγή: Ερευνητική ομάδα I-SENSE Group, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια