«Mihi, quanto plura recentium seu veterum revolvo, tanto magis ludibria rerum mortalium cunctis in negotiis observantur» [όσο γι...
«Mihi, quanto plura recentium seu veterum revolvo, tanto magis ludibria rerum mortalium cunctis in negotiis observantur»
[όσο για μένα, θα έλεγα ότι, όσο περισσότερο σκέπτομαι την ιστορία, σύγχρονη ή αρχαία, τόσο και πιο γελοίες μού φαίνονται οι ανθρώπινες ενέργειες σε όλα τους τα επίπεδα],
Τάκ., Χρον., ΙΙΙ.18.
Πολλά πράγματα σχετικά με το γένος, το έτος γεννήσεως και θανάτου, ακόμα και το μικρό όνομα του μεγαλύτερου ιστορικού της Ρώμης μάς είναι, ακόμα και σήμερα, άγνωστα.
Είναι πιθανόν ότι πατέρας του ήταν ο Ρωμαίος ιππέας Κορνήλιος Τάκιτος. Θεωρείται επίσης πιθανόν ότι γεννήθηκε το 56 μ.Χ., και ενδεχομένως έλκει την καταγωγή του από γαλατικό ή βορειοϊταλικό γένος. Εχει διαπιστωθεί ότι, επί της αυτοκρατορίας του Βεσπασιανού (69-79 μ.Χ.), βρισκόταν στην ακμή της σταδιοδρομίας του.
Πήρε γυναίκα του την κόρη του Ιουλίου Αγρικόλα το 77 μ.Χ., έγινε πραίτορας και ένας από τα μέλη του 15μελούς ιερατικού συμβουλίου το 88 και ορίστηκε ύπατος αντικαταστάτης αποθανόντος υπάτου (consul suffectus) το 97. Απέκτησε μεγάλη, και δικαιολογημένη, φήμη για ρητορική δεινότητα και αποτελεσματικότητα. Είναι γνωστό ότι παρακολούθησε με ιδιαίτερο ζήλο μαθήματα ρητορικής και ασκήθηκε σε θέματα επιχειρηματολογίας και ύφους.
Επί αυτοκράτορα Τραϊανού, και συγκεκριμένα περί το 112 μ.Χ., έγινε έπαρχος της Ασίας. Είναι πιθανόν ότι έζησε και μετά το θάνατο του Τραϊανού, αφού ο ιστορικός περιγράφει, σε ένα από τα πρώτα βιβλία των Χρονικών του (Annales), την κατάσταση που επικρατούσε περί το τέλος της ηγεμονίας του αυτοκράτορα.
Τα καθήκοντα του Τακίτου σε μια άγνωστη επαρχία κράτησαν, αυτόν και τη γυναίκα του, στο εξωτερικό από το 90 ώς το 93 μ.Χ., κι όταν γύρισαν στη Ρώμη, ήταν πολύ αργά πια για να παρακολουθήσουν την κηδεία του διάσημου πεθερού του Αγρικόλα. Ξαφνικά, βρέθηκε μέσα στο βασίλειο του τρόμου, όπου συγκλητικοί τρομοκρατούνταν από τον Δομιτιανό, για να συναινέσουν στα φρικώδη δικαστικά εγκλήματα του αυτοκράτορα.
Η ατμόσφαιρα της προδοσίας και της εξοντωτικής καταπίεσης, που άλλοτε επέβαλλε τη σιωπή και άλλοτε τη χαμερπή κολακεία, χρωμάτισαν όλη την κατοπινή ζωή και τη συγγραφική δραστηριότητα του Τακίτου, και ίσως είναι υπεύθυνα για κάποιο κλίμα μελαγχολίας που διαποτίζει το έργο του.
Ο ίδιος αναγνώρισε ότι τα σκοτεινά σύννεφα είχαν απομακρυνθεί μετά την άνοδο του Νέρβα στο θρόνο, το 96 μ.Χ., κι όσο κι αν ο ίδιος αισθανόταν τώρα ελεύθερος να εκφράσει τις απόψεις του, είναι αδύνατον να μην εξακολουθούσαν ακόμα να τον επηρεάζουν τα δεκαπέντε χρόνια αναγκαστικού προσανατολισμού της σκέψης και των ενεργειών του. Διορίστηκε, όπως είπαμε, έπαρχος της Ασίας, πιθανόν περί το 112/3. Κάποιο τμήμα του μνημειώδους έργου του Annales (Χρονικά) (πρβλ. ΙΙ.61) φαίνεται να γράφτηκε μετά το 115, είναι πάντως άγνωστο αν έζησε για να ολοκληρώσει αυτό το έργο και είναι πολύ πιθανόν ότι πέθανε περί το 117 μ.Χ.
Ηθικός ιστορικός ανήθικη αυτοκρατορία
Σχετικά τώρα με τις διαθέσεις του έναντι της αυτοκρατορίας, θα λέγαμε ότι είναι σαφώς αντίθετος προς το πνεύμα και την πρακτική της, και βλέπει με νοσταλγία το πλέγμα των θεσμών της «ελεύθερης πολιτείας» (509-31 π.Χ.).
Δεν αμφισβητεί ασφαλώς το γεγονός ότι η αυτοκρατορία υπήρξε ωφέλιμη για τις επαρχίες και εξασφάλισε ένα πολυτιμότατο αγαθό, την ειρήνη και την ηρεμία στο κράτος, αλλά η σαρωτική εξουσία, που με την αυτοκρατορία συγκεντρωνόταν στα χέρια ενός και μόνον ανθρώπου, αμαύρωνε την ηθική προσωπικότητα ακόμα και κάποιων δημοκρατικότερων ηγετών και οδηγούσε τους υπηκόους σε υποταγή και δουλοπρέπεια. Έτσι, η αυτοκρατορία έτεινε να μετατραπεί σε βασιλεία (regnum), σε ένα καθεστώς δηλαδή που «εξόριζε πολίτες, κατέστρεφε πόλεις, εξόντωνε αδέλφια, συζύγους και γονείς, και τολμούσε να διαπράξει χωρίς δισταγμό κάθε άλλο είδος εγκλήματος, από αυτά που συνηθίζουν οι βασιλείς». (Ιστ., V.8).
Η ρωμαϊκή αρετή (virtus) είχε έτσι, κατά τον Τάκιτο, λιμνάσει μέσα στα περιθώρια δικαιοδοσίας ενός άνευρου συνήθως και επονείδιστου χαρακτήρα, ο οποίος ασκούσε τον απόλυτο έλεγχο του κράτους, χωρίς τον παραμικρό ουσιαστικό περιορισμό. Οι αυτοκράτορες, στο σύνολό τους, είχαν αδιαφορήσει για την παλαιά στρατιωτική δόξα, που υπήρξε η κινούσα δύναμη και η μοναδική έμπνευση του ρωμαϊκού κλέους: ο Τιβέριος προτιμούσε τη διπλωματία από τα όπλα (Χρον., ΙΙ.64)· οι εκστρατείες του Καλιγούλα αποδείχτηκαν μια καθαρή φάρσα (Γερμ., 37 και Ιστ., IV.15)· ο Κλαύδιος είχε απλώς ανακαταλάβει τη Βρετανία (Αγρ.,13)· και τα εγκλήματα του Νέρωνα είχαν αποξενώσει το στράτευμα και το έθεσαν στο περιθώριο (Χρον., XV.67).
Στο έργο του ιστορικού διαχέεται μια μελαγχολία, καθώς αναφέρει τις καχυποψίες του Τιβερίου, τον οποίον προσπαθούσαν να εκμεταλλευτούν οι πληροφοριοδότες του, και όταν αναφέρεται στον Κλαύδιο, που είχε καταντήσει θλιβερό όργανο στα χέρια των συζύγων και των απελευθέρων του, και στον Νέρωνα, που «διέπρεπε» μέσα σε ένα πέλαγος ματαιοδοξίας και ακολασίας.
Ο Τάκιτος
Θέλοντας να παρακάμψει αυτό το κλίμα της μονοτονίας και να ελκύσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, ο Τάκιτος επιστρατεύει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του, διαμορφώνοντας έτσι ένα ύφος μοναδικό και αριστοτεχνικά προσαρμοσμένο προς το στόχο του.
Είναι γεγονός ότι καταφέρνει να μας έχει διαρκώς σε εγρήγορση. Το λεξιλόγιό του είναι μεγάλο και ποικίλο. Πόσες διαφορετικές, για παράδειγμα, φράσεις χρησιμοποιεί για να αποδώσει το θάνατο ή την αυτοκτονία ή απλώς και μόνο τη νύχτα που πλησιάζει!
Στο κείμενό του όλα έχουν τον αντίκτυπο και την επίδρασή τους, ο απόηχος της ποίησης, οι χαρακτηριστικές μνήμες από τον Βιργίλιο, οι ελληνοπρεπείς φράσεις και σκέψεις, τα ιστορικά κείμενα του Λιβίου. Παρά το γεγονός ότι ο ιστορικός διαθέτει κάθε δυνατότητα να σχηματίσει μακρές και περίπλοκες προτάσεις στο λόγο του, προτιμά όμως και αυτός, όπως και ο Σαλλούστιος, την ταχύτητα και τη βραχυλογία, την επιλογή συγκεκριμένου και ασυνήθιστου λεξιλογίου, την αποφυγή της ολοκληρωμένης περιόδου και της ισορροπημένης και αρμονικά συμμετρικής φράσης.
Η περιοδική δομή του λόγου εσκεμμένα εγκαταλείπεται, δεν υπάρχουν οι χρονικές προτάσεις του Λιβίου και τα υπερθετικά του Κικέρωνα, αντίθετα ένταση και βραχυλογία κυριαρχούν, τα ρήματα συχνά παραλείπονται, το ύφος είναι απολύτως προσωπικό και στιβαρό, ενώ η κατανόηση των γραφομένων δεν είναι πάντοτε εύκολη. Η αγάπη του για ποικιλία στο λόγο είναι φανερή, και αυτό το χαρακτηριστικό διαποτίζει όλα τα έργα του.
Οι κύριες πηγές του
Είναι γεγονός ότι οι κύριες πηγές του Τακίτου είναι οι ιστορικοί του πρώτου μ.Χ. αιώνα. Από αυτούς, ιδιαίτερα από τον Κόιντο Κούρτιο Ρούφο και τον Βελλήιο Πατέρκουλο, θα μπορούσαμε να σχηματίσουμε κάποια αδρομερή ιδέα για τη μορφή της ιστοριογραφίας της περιόδου εκείνης: πολλά ηθικολογικά σχόλια, δηκτικές και επιγραμματικές εκφράσεις, ζωηρό ενδιαφέρον για την προσωπικότητα.
Ο Τάκιτος εκμεταλλεύθηκε το πλήθος των προσφορών που είχε στη διάθεσή του. Η απώλεια όμως κάποιων πηγών του, όπως είναι οι Ιστορίες του Σαλλουστίου στον κύριο όγκο τους και πολλά από τα έργα του Λιβίου, επιτάσσουν να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί, όταν αντιμετωπίζουμε κάποιες καινοτομίες στο λόγο και το ύφος του. Ο συναισθηματισμός του τον οδηγεί σε ρητορισμούς, οι ομιλίες του επιβάλλουν ένα περισσότερο αβίαστο και πιο ισορροπημένο ύφος κι όσο για τις αφηγήσεις του, αυτές μπορούν να αρκεστούν στον απλό και ρέοντα λατινικό λόγο.
Είναι ολοφάνερο ότι ο Τάκιτος πιστεύει στο μεγαλείο και την ηθική επίδραση της ιστορίας. Δεν καταγράφει ανάξια σημασίας γεγονότα και ουδέποτε καταφεύγει σε στομφώδες ύφος. Ξέρει ότι η ιστορία είναι μέγα θέμα καθεαυτό, και είναι εύλογο ότι έχει όλη την ευγενή φιλοδοξία να την υπηρετήσει κατά τον καλύτερο και τον αξιοπρεπέστερο δυνατό τρόπο. Το απλό κάποτε, αλλά διεισδυτικό ειρωνικό ύφος του χρωματίζει ανεπαίσθητα τις σελίδες του, ιδιαίτερα όταν ατενίζει από κάποιο ύψος τα γήινα και στοχάζεται πάνω στις ανθρώπινες αξίες.
Και είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι τόσο αυτός όσο και οι προκάτοχοί του ιστορικοί δεν θα σταματήσουν ούτε για ένα λεπτό, ενόσω γράφουν το έργο τους, να έχουν προ οφθαλμών τον Θουκυδίδη, τον ιστορικό που αποτέλεσε πρότυπο για όλες τις εποχές και για όλους τους ιστορικούς. Το γεγονός είναι ότι, ενώ όλοι οι Ρωμαίοι ιστορικοί παρακολουθούν τα ίχνη του με ευλάβεια και κάποτε συμπορεύονται με αυτά, μόνος αυτός φαίνεται να μην τα χάνει ποτέ.
Οι προκαταλήψεις του κατά του δυναστικού συστήματος είναι φανερές· ωστόσο, η ακρίβειά του, όσο κι αν έχει εντονότατα ελεγχθεί από τη μεταγενέστερη φιλολογική επιστήμη, δύσκολα θα μπορούσε να κατηγορηθεί σοβαρά. Η εικόνα που έχει για την πρωτεύουσα και για την αυλή είναι απαίσια, αλλά η γενική αίσθηση της αλήθειας, που επιστέφει το έργο του, είναι πέραν παντός αρνητικού σχολίου. Παρά το γεγονός ότι δυσπιστεί για τον «πολιτισμό» και συχνά επισημαίνει, εμμέσως ή αμέσως, τα αρνητικά του αποτελέσματα, ουδέποτε απελπίζεται για την ανθρώπινη φύση. Ακόμα και ο Εμφύλιος Πόλεμος έχει, κατά τη γνώμη του, να επιδείξει παραδείγματα ηρωισμού, νομιμοφροσύνης και φιλίας.
Δυο τελευταία λόγια θα μπορούσαν να προστεθούν: όσον αφορά την ανεξάρτητη συλλογή ιστορικού υλικού και την ανεπηρέαστη κριτική πάνω σ' αυτό, την αλήθεια εις βάθος και χωρίς διαστρεβλωτικές προκαταλήψεις, τη δραματική δύναμη και την ευγένεια ενός γοητευτικού ύφους που μαγεύει τον αναγνώστη, ο Τάκιτος μπορεί με απόλυτη επιτυχία να διεκδικήσει μια θέση ανάμεσα στους σημαντικότερους ιστορικούς της ανθρωπότητας και να θεωρηθεί ένας από τους σπανιότερους και εκλεκτότερους στυλίστες ολόκληρης της λατινικής λογοτεχνίας. Νομίζω ότι οι Kenney και Clausen (ό.π., 881) καταλήγουν σε ένα τελικό συμπέρασμα για τον ιστορικό, από το οποίο κανείς δεν θα μπορούσε να πει κάτι καλύτερο με λιγότερα λόγια: «Ο Τάκιτος εργάστηκε σκληρά και επί μακρόν, για να μην απευθύνονται τα έργα του στη δική του μόνον εποχή. Είναι γι' αυτό που η μαγεία του ύφους του επιβίωσε ώς τις μέρες μας».
* Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΠΕΤΡΟΧΕΙΛΟΣ ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Πηγή: Ν. Πετρόχειλος, Ελευθεροτυπία 1 , 2 και 3
Δεν υπάρχουν σχόλια