Εικονογράφηση: Τιτίνα Χαλματζή «Γεννήθηκα σε ένα χωριό της Δράμας, ένα Σάββατο πρωί, γονάτισε η μάνα μου κατά το έθιμο των Σαρακατσάνων και...
Εικονογράφηση: Τιτίνα Χαλματζή |
«Γεννήθηκα σε ένα χωριό της Δράμας, ένα Σάββατο πρωί, γονάτισε η μάνα μου κατά το έθιμο των Σαρακατσάνων και με γέννησε ήσυχα. Ετσι ξεκίνησε η ζωή μου», λέει με τη χαρακτηριστική του ηρεμία και ευγένεια ο διακεκριμένος αρχαιολόγος Νίκος Καλτσάς, επίτιμος διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και, από τον περασμένο Οκτώβριο, επιστημονικός διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης.
Επειτα, η ζωή της αγροτικής οικογένειας Καλτσά με τα τέσσερα αγόρια συνεχίστηκε στη Διαλαμπή Ροδόπης. Υπέροχα παιδικά χρόνια μέσα στον μικρόκοσμό τους. «Εζησα σε ένα ανοιχτό σπίτι όπου ακούγονταν πολλά γέλια και υπήρχε πολλή αγάπη, που οι γονείς μας έμαθαν όχι μόνο να την παίρνουμε, αλλά και να τη δίνουμε. Η ανεμελιά κράτησε μέχρι τα 11-12. Επειτα, όπως τα άλλα τα παιδιά, έπρεπε να δουλέψω στα χωράφια».
Βαμβάκι, καλαμπόκι, σιτάρι, βοηθούσε στη σπορά και στο μάζεμα. «Η μάνα μου ξυπνούσε νύχτα να ζυμώσει, να ψήσει το ψωμί κι έπειτα να μας ξυπνήσει να πάμε όλοι, κι εκείνη, στα χωράφια. Θυμάμαι τη μυρωδιά του φρεσκοβρεγμένου χώματος, του κομμένου χορταριού, τους ήχους της φύσης, το κελάρυσμα του νερού στο ποτάμι, τις βουτιές με τα άλλα παιδιά δίπλα στα νερόφιδα… Αργότερα κατάλαβα τι σήμαινε μέσα μου ο πλούτος εκείνων των χρόνων. Είχα εμπεδώσει την αρμονία της φύσης. Γι’ αυτό απεχθάνομαι οτιδήποτε δυσαρμονικό ή χυδαίο», λέει στην «Κ».
Ο κόσμος του μεγάλωνε σιγά σιγά. Εξι χιλιόμετρα μακριά από το χωριό στα χρόνια του γυμνασίου, όπου πήγε στον Ιασμο, και στην Κομοτηνή, στα χρόνια του λυκείου. Ακόμη θυμάται τη μυρωδιά από τα στραγαλάδικα και τα καφεκοπτεία της. Και ύστερα στη Θεσσαλονίκη. Εκεί ανακάλυψε μια διαφορετική μουσική από εκείνη που άκουγε στο χωριό: Μπιτλς, Τζόαν Μπαέζ και τη Μαρία Φαραντούρη να τραγουδάει Θεοδωράκη.
Εχοντας πάθος με τα αρχαία και τα λατινικά, πέρασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και στην πορεία ανακάλυψε την αρχαιολογία. «Τότε στο τρίτο έτος επιλέγαμε το τμήμα και εξειδικευόμασταν. Είχα εξαιρετικούς καθηγητές. Μαρωνίτη, Χουρμουζιάδη, Σαββίδη στα θεωρητικά και στην αρχαιολογία Ανδρόνικο, Παντερμαλή, Δεσπίνη. Ο Ανδρόνικος είχε το χάρισμα να αναλύει τον Κούρο του Σουνίου και παράλληλα στίχους από τον “Αμλετ” του Σαίξπηρ, αλλά ο Δεσπίνης με έκανε να ερωτευτώ την αρχαιολογία. Και ο Χουρμουζιάδης το αρχαίο δράμα».
Ο συνομιλητής μου είναι καλά ενημερωμένος θεατής. «Μου αρέσει η μαγεία του θεάτρου, ότι ποτέ μια παράσταση δεν είναι ίδια με την προηγούμενη». Το 1985 με παρότρυνση φίλων πήγε και ο ίδιος σε δραματική σχολή. «Ποτέ δεν θέλησα να γίνω ηθοποιός, αλλά να σπουδάσω θέατρο». Στις εξετάσεις παρουσίασε τον Μαλβόλιο από τη «Δωδέκατη νύχτα» του Σαίξπηρ, το ποίημα «Κάστρο της Ωριάς» και τραγούδησε το «Δόντια πυκνά και μαργαριταρένια». «Ξέρεις και να χορεύεις, βρε παλικάρι;», ρώτησε ενθουσιασμένη η Αλέκα Κατσέλη. Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος ρώτησε αν γνωρίζει γιατί γράφτηκε η παραλογή. «Εχοντας διδαχθεί το “Κάστρο της Ωριάς”, απάντησα ότι ήταν για την πολιορκία του Ικονίου».
Η επιτροπή ενθουσιάστηκε, όπως και ο ίδιος με τα μαθήματα. Ομως, στους τρεις μήνες κατέρρευσε. Από το πρωί στο υπουργείο Πολιτισμού μέχρι το μεσημέρι και μετά σχολή μέχρι το βράδυ. Εφτανε μεσάνυχτα σπίτι. Αναγκαστικά διέκοψε. Δουλεύοντας τώρα τη νέα έκθεση του ΜΚΤ για το αρχαίο δράμα, πιάνει το νήμα από την αρχή. «Πώς ξεκίνησε το θέατρο από τον ανατρεπτικό θεό, Διόνυσο. Είμαι ενθουσιασμένος!».
Λάτρης και των ανασκαφών. Φοιτητής πήρε την πρώτη γεύση στους Φιλίππους με τον Στυλιανό Πελεκανίδη, τελειόφοιτος στην αρχαία Ακανθο στη Χαλκιδική. Και όταν διορίστηκε επιμελητής Αρχαιοτήτων στην Ολυμπία –πέτυχε στον διαγωνισμό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας– γνώρισε άλλες ανασκαφικές εμπειρίες στην Πύλο και στο Κοπανάκι Μεσσηνίας. Από το 2006 έως το 2019 αφοσιώθηκε στην ακρόπολη του αρχαίου Μολυκρείου στη Ναύπακτο.
«Είχαμε πολύ υλικό που έπρεπε να μελετήσουμε για να δημοσιευθεί. Ολες τις άλλες ανασκαφές μου τις δημοσίευσα. Θα ήταν πλεονεξία να τη συνεχίσω, υπάρχουν οι νεότερες γενιές. Μπορεί να αισθάνομαι νέος, αλλά το κορμί δεν συμβαδίζει με τη νιότη που νιώθω. Ηθελα πάντα να τα έχω καλά με τον εαυτό μου, δεν θέλησα να στερηθώ τα ωραία της ζωής, από ένα ωραίο φαγητό, τρεις μέρες στη θάλασσα και τον έρωτα. Νιώθω πληρότητα, έζησα σχεδόν όπως θα ήθελα. Και μεγάλους έρωτες, από τους οποίους διδάχθηκα και πολλά πράγματα».
Αγαπάει ό,τι γεννάει η γη. Μου δείχνει στο κινητό φωτογραφία της σοδειάς του από τη βερικοκιά στο μπαλκόνι του σπιτιού του –«τέσσερα κιλά έβγαλα φέτος»– και με τον ίδιο ενθουσιασμό περιγράφει πώς φύτεψε μύρτιλα στη βεράντα της οδού Ασκληπιού.
«Ο πατέρας ήταν από τους πρώτους που αγόρασαν ραδιόφωνο και ακούγαμε όλη μέρα. Εγώ, μαθητής του δημοτικού, προτιμούσα την εφημερίδα που αγόραζε δύο φορές την εβδομάδα. Ξεκοκάλιζα περιγραφές όσων συνέβαιναν στην Αθήνα, αλλά και μακριά από την Ελλάδα, και ονειρευόμουν να γνωρίσω τον κόσμο που ανακάλυπτα ως αναγνώστης. Μεγάλος πια, στο τσιμέντο της Θεσσαλονίκης, όπου πήγα να σπουδάσω, άρχισα να βλέπω ρομαντικά αυτό που, όταν το είχα παιδί, ήταν ο φυσικός μου κόσμος. Τότε εκτίμησα τη ζωή στο χωριό, που φαίνεται ότι διαμόρφωσε τον χαρακτήρα μου, την ηρεμία που έχω».
Ηταν πρόκληση να πάω σε ένα ιδιωτικό μουσείο
Ο μεγάλος σταθμός του Νίκου Καλτσά υπήρξε το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Ξεκίνησε το 1993 από τη Συλλογή Γλυπτών, συνέχισε αργότερα ως επιμελητής της και το 2001 ανέλαβε τη διεύθυνσή του. Μαζί και το βάρος αποκατάστασης των ζημιών που προκάλεσε στο πρώτο μουσείο της χώρας ο σεισμός του 1999. Το πρόγραμμα της ανακαίνισης και της επανέκθεσης για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 ήταν τιτάνιο. Κάθε χρόνο πρότεινε μια νέα έκθεση: «Αγών», «Πολύχρωμοι θεοί», «Αθήνα Σπάρτη», «Πραξιτέλης», «Γυναικών λατρείες» κ.ά. Αλλά η μεγαλύτερη επιτυχία του ήταν το «Ναυάγιο των Αντικυθήρων» το 2012 και τότε, στο «πικ» της επιτυχίας του, έφυγε από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Γιατί;
«Κανένας δεν είναι ισόβιος κάπου. Για μένα η δουλειά μου και η επιστήμη της αρχαιολογίας ήταν πάντα πολύ σημαντική, αλλά δεν επένδυσα μόνο σε αυτά. Ηθελα χρόνο να μελετήσω, να γράψω, να δημοσιεύσω με την ησυχία μου. Οταν έχεις τον φόρτο ενός μεγάλου μουσείου, δεν σου μένει χρόνος να κάνεις όλα τα άλλα. Ηθελα με άνεση να κάνω αυτά που έκανα με πίεση όταν δούλευα».
Μήπως πικράθηκε; «Απεναντίας. Ηθελα όμως να φύγω σε μια στιγμή πληρότητας». Θα είχε λόγους να ενοχληθεί, άλλωστε εκείνος προχώρησε τα σχέδια για την υπόγεια επέκταση του πρώτου μουσείου της χώρας κάτω από τον κήπο. Το ΚΑΣ είχε εγκρίνει το κτιριολογικό πρόγραμμα. «Ολοι μου έλεγαν “γιατί φεύγεις και αφήνεις μια τέτοια θέση”. Ξέρετε, καμιά φορά, όταν κάποιος είναι στο πικ του, ελλοχεύει ο κίνδυνος της επανάληψης. Η έκθεση των Αντικυθήρων ήταν η κορυφή. Σας διαβεβαιώνω ότι δεν μετάνιωσα λεπτό, γιατί έκλεισε πολύ καλά ένας κύκλος».
Τώρα, σχεδόν δέκα χρόνια μετά εκείνη την απόφαση, επέστρεψε σε έναν μουσειακό χώρο. «Δεν ήταν απόφαση στιγμής», τονίζει. Ο επί 25 χρόνια διευθυντής του ΜΚΤ Νίκος Σταμπολίδης ανέλαβε γενικός διευθυντής στο Μουσείο της Ακρόπολης. Ο Ν. Καλτσάς σκέφτηκε την πρόταση της Σάντρας Μαρινοπούλου, προέδρου και διευθύνουσας συμβούλου του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. «Εχοντας ξεκουραστεί μια δεκαετία και κάνοντας όσα ήθελα, ήταν μια πρόκληση. Δούλεψα 35 χρόνια στο Δημόσιο, τα 19 από αυτά στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, εκ των οποίων τα 11 ως διευθυντής του. Ηταν πρόκληση να πάω σε ένα ιδιωτικό μουσείο». Ανέλαβε επιστημονικός διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, δεν έχει το διοικητικό μέρος, που έτσι κι αλλιώς το δοκίμασε όσο διηύθυνε το πρώτο μουσείο της χώρας.
Τα σχέδια
Η νέα περιοδική έκθεση που ετοιμάζει για το 2024 αφορά το αρχαίο δράμα. Στα σχέδιά του είναι και το φρεσκάρισμα των μόνιμων εκθέσεων του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. «Ηταν πολύ ωραίες όταν ιδρύθηκε στη δεκαετία του ’80, αλλά ο τρόπος παρουσίασης των αρχαιοτήτων αλλάζει». Τι λείπει από τα μουσεία σήμερα; «Ο κόσμος των μουσείων άλλαξε από τη δεκαετία του ’80. Οταν κάνεις ένα νέο μουσείο πρέπει να σκεφθείς τον τρόπο έκθεσης, πληροφόρησης, αν θα κάνεις εκδηλώσεις, συνεργασίες κ.ά. Τα ελληνικά μουσεία προσαρμόζονται στις απαιτήσεις της εποχής. Εχει σημασία να ανοίξουν σε όλες τις κοινωνικές ομάδες», λέει ο Ν. Καλτσάς φέρνοντας το παράδειγμα του προγράμματος «Σε επαφή» του ΜΚΤ, που δίνει τη δυνατότητα σε άτομα με οπτική και ακουστική βλάβη να έχουν πρόσβαση στην έκθεση του μουσείου. «Συγκινήθηκα με τα λόγια του τυφλού δικηγόρου Βαγγέλη Αυγουλά, προέδρου της ΑΜΚΕ “Με Αλλα Μάτια”: “Τίποτα για εμάς, χωρίς εμάς”».
Η συνάντηση
Απόγευμα στον κήπο του Black Duck στην πλατεία Κλαυθμώνος. Διάλεξε πένες φακής, προτίμησα φιλέτο λαβρακίου και μία μπίρα, μοιραστήκαμε μια πράσινη σαλάτα (σύνολο 48 ευρώ). Θυμήθηκε τη νοστιμιά του ψωμιού που ζύμωνε η μητέρα του, τη γεύση που είχαν τα κράνα και τα ξινόμηλα που έφερνε ο πατέρας από τα βουνά. «Η καθημερινότητα είναι η ζωή μας. Από το να γυαλίσω το ασημικό στο σπίτι, να γευτώ την πρώτη χούφτα μύρτιλα που καλλιέργησα, να βρω τον κατάλληλο βασιλικό για τη μακαρονάδα. Θα πει κάποιος “υπάρχουν πιο σοβαρά στη ζωή”. Θεωρώ βλακεία να υποτιμώ όσα γέμισαν τη δική μου. Γεύτηκα την ευτυχία των μικρών καθημερινών συγκινήσεων».
Πηγή: Γ. Συκκά, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια