Αρχαία Μεσσήνη. Ένας συγκινητικός αρχαιολογικός χώρος, μια ολόκληρη πόλη κάτω από το φως της Πελοποννήσου. Η ανασκαφική εργασία του κα...
Αρχαία Μεσσήνη. Ένας συγκινητικός αρχαιολογικός χώρος, μια ολόκληρη πόλη κάτω από το φως της Πελοποννήσου. Η ανασκαφική εργασία του καθηγητή Πέτρου Θέμελη και της ομάδας του αγκαλιάζεται ήδη από επισκέπτες και κατοίκους της περιοχής. Είναι ένας ολόκληρος κόσμος, σημαίνον κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας και του κόσμου.
Σε αυτόν ακριβώς τον χώρο «εισβάλλουν» δύο κυρίες των εικαστικών, η Ιόλη Ξιφαρά και η Αλεξάνδρα Αθανασιάδου. Οι δύο καλλιτέχνιδες, με την επιμέλεια της Λουίζας Καραπιδάκη και την πλήρη συμπαράσταση του Πέτρου Θέμελη, με τα έργα τους θα σημάνουν την αδιάσπαστη συνέχεια της τέχνης και της τεχνικής, από την αρχαιότητα έως σήμερα. «Μετά τη μουσική και το θέατρο, ήθελα πολύ να ανοίξει ο χώρος και στα εικαστικά», αναφέρει στην «Κ» ο Πέτρος Θέμελης. «Με τη μετ’ επαίνων έγκριση του ΚΑΣ και του υπουργείου Πολιτισμού, βέβαια», συνεχίζει. «Μου αρέσει η ωρίμανση του αρχαιολογικού κόσμου στην Ελλάδα, το άνοιγμα που κάνει προς διαφορετικές προσεγγίσεις στους αρχαιολογικούς χώρους· το ΚΑΣ ειδικά, που έχει κατηγορηθεί για συντηρητισμό, μοιάζει να ξεπερνάει αυτή τη λογική», συμπληρώνει ο κ. Θέμελης.
Φθορά του χρόνου
Ήδη, στον μαγικό χώρο της σωζόμενης πόλης της Αρχαίας Μεσσήνης εκτίθενται τα έργα της Αλεξάνδρας Αθανασιάδου, ενώ η Ιόλη Ξιφαρά ολοκληρώνει in situ τις νωπογραφίες της. «Η Αλεξάνδρα Αθανασιάδου, με τα γλυπτά εξωτερικού χώρου, σημαίνει τη φθορά, αυτό ακριβώς που υπήρχε και στην αρχαιότητα. Χρησιμοποιεί ξύλο, σίδηρο και χαλκό, με το “ημιτελές” να χαρακτηρίζει τα έργα της και ακριβώς μ’ αυτόν τον τρόπο να ενσωματώνεται στον χώρο, δίνοντας την αίσθηση ότι τα έργα της δημιουργήθηκαν από υπολείμματα των ανασκαφών», δηλώνει στην «Κ» η Λουίζα Καραπιδάκη. «Η Ιόλη Ξιφαρά, από μεριάς της, στον χώρο του Γυμνασίου, θα εκθέσει νωπογραφίες, κατά τον τρόπο των αρχαίων καλλιτεχνών, σεβόμενη υλικά και τεχνικές, και βεβαίως τον ίδιο τον χώρο. Μεταφέρει, με τα έργα της, την αρχαιότητα στο σήμερα», συνεχίζει η κ. Καραπιδάκη.
Η έκθεση, της οποίας τα επίσημα εγκαίνια θα γίνουν τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, εντάσσεται πλήρως στο όραμα και του Πέτρου Θέμελη και της Λουίζας Καραπιδάκη, κάτι που εντοπίζεται και στη συνάντηση με τις δύο εικαστικούς. «Καλώς κάνουν και “εισβάλλουν” οι εικαστικοί στον αρχαιολογικό χώρο. Είναι το απαραίτητο βήμα για το αύριο των μνημείων. Στο ίδιο πλαίσιο, πρέπει να επιτρέπουμε στον χώρο να δουλεύει και τη νύχτα· έτσι αναδεικνύονται τα μνημεία, έτσι τα ζει ο κόσμος», αναφέρει ο κ. Θέμελης. «Στο κείμενο της πρότασης-παράκλησης προς το ΚΑΣ είχαμε τονίσει τις διαχρονικές αξίες της τέχνης, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, και για τη σημασία της παρουσίας της σύγχρονης τέχνης ως συνομιλίας με μία ολόκληρη αρχαία πόλη», συμπληρώνει η κ. Καραπιδάκη.
Η μία εκ των δύο εικαστικών, η Ιόλη Ξιφαρά, ακούγεται ενθουσιασμένη: «Τα τελευταία χρόνια αντλώ έμπνευση από την Αρχαία Μεσσήνη. Την επισκέπτομαι ξανά και ξανά. Από την πρώτη στιγμή, ήθελα να δουλέψω εκεί. Δεν θέλησα, όμως, ούτε στιγμή, φυσικά, να αλώσω τον χώρο, αλλά να κάνω κάτι γι’ αυτόν. Ξαναζωντανεύουμε ο ένας τον άλλον», λέει στην «Κ». «Κάποιοι δούλεψαν εκεί, κάποιοι διακόσμησαν τα σπίτια τους, κάποιοι άνθρωποι, κάτω από το ίδιο φως, έζησαν όλη τους τη ζωή στην πόλη της Αρχαίας Μεσσήνης και είχαν τα ίδια ερεθίσματα μ’ εμάς. Αυτό κάνω με τις νωπογραφίες μου», συνεχίζει.
Πέντε χρόνια ακόμα
Ο Πέτρος Θέμελης αναφέρει ότι χρειάζεται ακόμη πέντε χρόνια για να ολοκληρωθεί το έργο στην Αρχαία Μεσσήνη, όπως εκείνος το έχει οραματιστεί. «Ελπίζω μέσα στο 2017 να επανεκκινήσει η χρηματοδότηση για το σπουδαίο αυτό έργο. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, η ομάδα των τεχνιτών είναι πλέον “αποδεκατισμένη”, διότι η Περιφέρεια δεν ενέταξε το έργο στη χρηματοδότηση του ΕΣΠΑ. Συνεχίζουμε, με αργούς ρυθμούς, με ιδιωτική χρηματοδότηση», καταλήγει.
Όπως λέει ο Πέτρος Θέμελης, ο κόσμος, με ελάχιστες εξαιρέσεις που υποκινούνται από κάποιες ιδεολογίες, αγαπάει τα μνημεία. Εξάλλου, οι εποχές μάς επιβάλλουν μια νέα αντιμετώπιση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, η οποία δεν θα περιλαμβάνει μόνον ξεναγήσεις και φωτογραφίες, αλλά θα γίνεται κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Μνημεία και χώροι επιτάσσουν τη «χρησιμοποίησή» τους, ώστε να συμβάλλουν κι εκείνα στη νέα, προσωπική και συλλογική, μυθολογία του σύγχρονου πολίτη για τον τόπο του.
Πηγή: Δ. Αθηνάκης, Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια