Page Nav

HIDE
HIDE_BLOG

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ:

latest

«Ερωτεύτηκα το αρχαίο ελληνικό ήθος»

Ήδη σε ηλικία 10 ετών ο Τζέιμς Ντάβιντσον είχε εξαντλήσει όλες τις συλλογές, τα λεξικά και τις εγκυκλοπαίδειες αρχαιοελληνικών μύθων τ...

«Ερωτεύτηκα το αρχαίο ελληνικό ήθος»

Ήδη σε ηλικία 10 ετών ο Τζέιμς Ντάβιντσον είχε εξαντλήσει όλες τις συλλογές, τα λεξικά και τις εγκυκλοπαίδειες αρχαιοελληνικών μύθων των τοπικών βιβλιοθηκών και είχε αρχίσει να διαβάζει τα πρωτογενή κείμενα «Ιλιάδα» και «Οδύσσεια». Έγραψε μάλιστα και κριτική γι' αυτά!

«Θυμάμαι βαθμολόγησα την Ιλιάδα με 5 αστεράκια και την Οδύσσεια με 4,5! Συνέχισα με τη Θεογονία του Ησιόδου και τις Μεταμορφώσεις του Οβίδιου. Στην Αινειάδα του Βιργίλιου, που μου είχαν κάνει δώρο τα Χριστούγεννα, νομίζω είχα βάλει 2 στα 5» μας λέει ο ίδιος και μας αφήνει με το στόμα ανοιχτό. Και αυτό δεν ήταν παρά μόνο η αρχή.

Ο ίδιος ζήτησε στην εφηβεία από τους γονείς του να πάει σε σχολείο που θα διδασκόταν αρχαία ελληνικά, ακολούθησε Κλασικές Σπουδές στα Πανεπιστήμια Κολούμπια και Οξφόρδης (με κανονικά πτυχία...), έγινε καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας με ειδίκευση στην Αρχαία Ελλάδα και ήταν μέλος του Συμβουλίου της Εταιρείας για την Προώθηση των Ελληνικών Σπουδών (2001-2004).

Δηλώνει «ερωτευμένος» με το αρχαίο ελληνικό πνεύμα και όλες του οι μελέτες είναι πάνω σ' αυτό: από τις συνήθειες των αρχαίων Αθηναίων έως την ομοφυλοφιλία στην αρχαία Ελλάδα και την πρόσφατη, εξαιρετική μελέτη του, που μόλις κυκλοφόρησε και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, με τίτλο «Οι Έλληνες και ο ελληνικός έρως».

Πρόκειται πραγματικά για μια ριζοσπαστική μελέτη πάνω στο θέμα του έρωτα και της «ομοερωτικής φιλίας», που όχι μόνο έρχεται ν' ανοίξει νέες συζητήσεις, αλλά (πράγμα πολύ δύσκολο) προσδοκά να ακυρώσει τις πλέον «διαδεδομένες» αντιλήψεις πάνω στο θέμα από μεγάλους διανοητές, όπως ο Φουκό. Είναι μια εξαιρετική μελέτη, με πολλές παραπομπές και φωτογραφίες, η οποία διαβάζεται (αν και μεγάλη) πολύ ευχάριστα.

Εξάλλου, όπως λέει και ο ίδιος ο συγγραφέας, «δεν πρόκειται για κανένα μυστικό! Το μυστικό της αρχαιοελληνικής ομοφυλοφιλίας παραμένει τέτοιο μόνο για εκείνους που αποφεύγουν να ρωτήσουν. Οι ίδιοι οι Ελληνες δεν το έκρυβαν. Και το διεκτραγωδούσαν και αστειεύονταν με τα ομοερωτικά τους πάθη και υμνούσαν την ομορφιά των εφήβων σε αγγεία... Άλλοτε επικροτούσαν αυτόν τον έρωτα και άλλοτε τον επέκριναν. Ωστόσο η αρχαία ελληνική ομοφυλοφιλία δεν έχει σε τίποτα να κάνει με σεξουαλικό προσανατολισμό. Ήταν περισσότερο ένα "παιχνίδι". Ενα ενθουσιώδες παιχνίδι!».

● Η αρχαία Ελλάδα φαίνεται να συντηρεί το κλέος της ανά τους αιώνες και να συγκινεί από ερευνητές έως σκηνοθέτες, κυρίως του εξωτερικού (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εκλαμβάνεται πάντα στις πραγματικές διαστάσεις της). Εσείς γιατί προσεγγίσατε τη δική μας αρχαία ιστορία;

Σε όσους έχω κάνει την ίδια ερώτηση, έχω λάβει 9 στις 10 φορές την εξής ίδια απάντηση: εξαιτίας της μυθολογίας! Αυτή συνεπήρε κι εμένα από πολύ μικρό, αυτή με έκανε να θέλω να ακολουθήσω Κλασικές Σπουδές. Μόνο που αυτές εστίαζαν αποκλειστικά στη γλώσσα, τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία και την ιστορία και όχι στη μυθολογία και τη θρησκεία. Αποφοίτησα χωρίς να έχω μάθει κάτι ούτε καν για ένα από τα πιο βασικά στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού: τη θυσία!

Και άλλοι αρχαίοι πολιτισμοί παρουσιάζουν ενδιαφέρον: οι Αιγύπτιοι, οι Ετρούσκοι, οι Αζτέκοι, οι Μάγιας. Η διαφορά με τον ελληνικό είναι η εγγύτητα και η οικειότητα που αναδύεται αβίαστα (αυτό φαίνεται ακόμα και μέσα από τις κωμωδίες ή τους Δικανικούς Λόγους). Αυτή η αίσθηση φυσικής συγγένειας, αλλά και νεωτερικότητας ίσως να είναι απατηλή. Παρ' όλα αυτά έχω την αίσθηση ότι υπάρχει μια οιονεί συγγένεια μεταξύ δημοκρατικών και πολιτικών κοινωνιών τότε και σήμερα... Ή ίσως να είναι απλά μια βολική «ιστορία» που θέλω να πιστεύω, καθώς έχω ερωτευτεί το αρχαίο ελληνικό πνεύμα ή, πιο σωστά, ήθος - με τη γενικότερη έννοια.

Πότε ήρθατε σε επαφή με το ζήτημα που αναπτύσσετε σ' αυτό το βιβλίο σας (το χαρακτηρίζετε, ορθώς, ριζοσπαστικό και καινοτόμο);

Έχει σημασία να πούμε πως στα φοιτητικά μου χρόνια όχι μόνο δεν υπήρχαν μαθήματα για την ελληνική θρησκεία, αλλά τίποτε για τα φύλα ή τη σεξουαλικότητα, πόσο μάλλον για την ελληνική ομοφυλοφιλία! Υπήρχε μόνο ένα βιβλίο στη βιβλιοθήκη αφιερωμένο σ’ αυτό το θέμα: το «Greek Homosexuality» του Κένεθ Ντόβερ του 1978 (ελλ. έκδοση, «Η ομοφυλοφιλία στην Αρχαία Ελλάδα», Χιωτέλλης, 1990) το οποίο δεν περιλαμβανόταν ούτε στην προτεινόμενη βιβλιογραφία για τους φοιτητές και θυμάμαι ότι το ξεφυλλίζαμε για να ευθυμήσουμε. Ιδιαίτερα οι λεζάντες που συνόδευαν τις εικόνες μάς φαίνονταν ξεκαρδιστικές!

Όταν επέστρεψα στην Οξφόρδη τη δεκαετία του ’90 για τη διδακτορική μου έρευνα (που κατέληξε στο βιβλίο «Αρχαίοι Αθηναίοι. Ηδονές, καταχρήσεις και πάθη», Περίπλους 2003), ανακάλυψα κατάπληκτος ότι το βιβλίο που μας έκανε να γελάμε τότε το έπαιρναν πάρα πολύ σοβαρά οι πλέον «μοντέρνοι» και δημοφιλείς καθηγητές που επηρεάζονταν από τον Μισέλ Φουκό, αλλά και αυτός ο ίδιος ο Μισέλ Φουκό!

Το αποτέλεσμα ήταν μια χονδροειδής παρεξήγηση και παρανόηση αυτού που οι Γερμανοί του 19ου αιώνα αποκαλούσαν die sache (το πράγμα), εννοώντας την ελληνική ομοφυλοφιλία. Ανήσυχος και κάπως αγανακτισμένος σκέφτηκα ότι πρέπει να κάνω κάτι απέναντι σε μια βλακώδη πράξη βανδαλισμού που προκαλούσε τεράστια ζημιά στην κατανόηση της αρχαίας Ελλάδας.

● Πώς προσεγγίσατε αυτό το «βανδαλισμένο» ζήτημα;

Υπήρχαν δύο μεγάλα προβλήματα: πρώτα απ’ όλα οι ίδιοι οι Ελληνες, ο ίδιος ο Πλάτων στο Συμπόσιο, είχε επισημάνει ότι «το πράγμα» (ο Ερως για τα αγόρια στην Αθήνα) ήταν «περίπλοκο και δύσκολο να κατανοηθεί». Αναλύοντας αυτό το χωρίο ο Ντόβερ είχε αντιθέτως συμπεράνει ότι όλη η πολυπλοκότητα και δυσκολία στην κατανόηση αναγόταν στη διαφορά μεταξύ ενεργητικού και παθητικού ρόλου στο σεξ: το να πηδάς ήταν αρσενικό και καλό, το να πηδιέσαι ήταν θηλυκό και κακό.

Το πρόβλημα στην ελληνική ηθική, κατ’ αυτόν, συνίστατο στο ότι προκειμένου ο ενεργητικός παρτενέρ μιας ομοφυλόφιλης σεξουαλικής πράξης να «νικήσει», ο παθητικός έπρεπε να «χάσει». Στον βαθμό που τα αγόρια που σοδομίζονταν ήταν γιοι πολιτών και μελλοντικοί ηγέτες της πόλης, αυτό προκαλούσε προβλήματα τα οποία και έλυναν με διάφορες στρατηγικές απόκρυψης και συσκότισης.

Όλη η συζήτηση περί «πολυπλοκότητας», όλη η δυσκολία ν' ανακαλυφθεί τι πράγματι έκαναν, τι ήταν αυτό «το πράγμα», δεν ήταν παρά ένα υπολογισμένο προπέτασμα καπνού που είχε σκοπό να συγκαλύψει την ενοχλητική αλήθεια, τα δύο μέτρα και σταθμά, την υποκρισία.

● Ωστόσο, παρά τις διαφωνίες σας, εσείς συνεχίσατε και μάλιστα ανατρέποντας τα ισχύοντα δεδομένα.

Πράγματι, όσα αναλύω παραπάνω ήταν η πρώτη μου διαφωνία. Και μάλιστα με κάτι που από τη δεκαετία του 1980 έχει γνωρίσει ευρεία αποδοχή: αυτό που στο βιβλίο μου αποκαλώ «σοδομανία». Αυτό ανήγαγε τα πάντα στο σεξ, σε ενεργητικούς και παθητικούς ρόλους και άσκησε τρομακτική βία σε κείμενα λεπτών και πολλαπλών αποχρώσεων όπως το πλατωνικό «Συμπόσιο».

Το δεύτερο θέμα μου ήταν ότι με τη μέχρι τότε  προσέγγιση του Ντόβερ, η μελέτη του ελληνικού πολιτισμού είχε περιοριστεί όχι απλώς στη σεξουαλικότητα, αλλά πιο συγκεκριμένα στις ομοφυλόφιλες σεξουαλικές πρακτικές, έτσι που όσοι δεν ενδιαφέρονταν για τέτοια «προσωπικά» ζητήματα μπορούσαν απλώς να τα αγνοήσουν.

Ετσι ένα γοητευτικό, ξεχωριστό στοιχείο του ελληνικού πολιτισμού, κάτι που αγγίζει την τέχνη, τη θρησκεία, τη φιλοσοφία, την ποίηση, θα εξακολουθούσε να αγνοείται παντελώς από εκείνους που ισχυρίζονταν ότι μελετούν τον εν λόγω πολιτισμό!

● Οπότε εσείς, ανατρέποντας τα καθιερωμένα, τι νέο φέρνετε;

Το βιβλίο μου δεν είχε πρόθεση να αντικαταστήσει την απάντηση του Ντόβερ με μια διαφορετική απάντηση, αλλά να υπονομεύσει την καταστροφική συρρίκνωση του θέματος από τον Ντόβερ, να αντιταχθεί σε μια υπεραπλούστευση. Οχι όμως με μια άλλη μορφή απλούστευσης, αλλά με την ανάδειξη της ποικιλομορφίας και της πολυπλοκότητας. Θέλησα να ξαναφέρω ένα ξεχωριστό στον ελληνικό πολιτισμό στοιχείο στο κέντρο της μελέτης της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας.

● Υπήρξαν αντιδράσεις;

Η αλήθεια είναι πως πίστευα ότι με το που θα έβγαινε το βιβλίο θα υπήρχε μια άμεση αντίδραση: όλοι θα πέταγαν το βιβλίο του Ντόβερ στα άχρηστα, ο εφιάλτης Ντόβερ/Φουκό θα τερματιζόταν και θα σταματούσαμε (επιτέλους) να μιλάμε για πήδημα. Ομως ο συνδυασμός ενός διακεκριμένου κλασικού φιλόλογου και ενός Γάλλου φιλόσοφου που έχει με πολλούς τρόπους εδραιωθεί στην καρδιά της κουλτούρας μας, ο μύθος της (ελληνικής) «εφεύρεσης» της Ελληνικής Σεξουαλικότητας, η ιδέα ότι δεν υπήρχαν γκέι άνδρες ή λεσβίες γυναίκες προτού οι Γερμανοί επινοήσουν τη λέξη (homosexualisten) τον 19o αιώνα είναι πυλώνας της αυτο-ταυτοποιητικής, αντι-βιολογικής κουλτούρας μας.

Σε μια τάξη στο Κολέγιο Μπίρκμπεκ του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, ένας φοιτητής μού είπε: «Δεν έχω διαβάσει το βιβλίο σας, αλλά αφού γράφει στο οπισθόφυλλο ότι επιτίθεστε στον Φουκό, διαφωνώ ριζικά μ’ αυτό!» Το «αστείο» είναι πως και ο ίδιος ο Φουκό ήταν της γνώμης ότι οι ακαδημαϊκές αλήθειες ήταν απλώς προϊόν «Παιγνίων της Αλήθειας» και αρκετές φορές αναρωτιέμαι αν η άκριτη αφοσίωσή του στον Ντόβερ ήταν ένα παιχνίδι που έπαιζε μαζί μας ή ένα τέχνασμα, μια πλάκα που μας έκανε υποστηρίζοντας τις θέσεις του.

«Ερωτεύτηκα το αρχαίο ελληνικό ήθος»

● Το επίσης ενδιαφέρον στη μελέτη σας είναι ότι θέτει και ζητήματα γλώσσας, τι λέξεις δηλαδή χρησιμοποιούνται στα ελληνικά για να καθορίσουν τον έρωτα. Πόσο σημαντικό είναι αυτό;

Αυτό είναι κρίσιμο καθώς πολύ συχνά το σημασιολογικό πεδίο μιας γλώσσας δεν ταυτίζεται με το πεδίο μιας άλλης, έτσι που ανακύπτουν πολλά προβλήματα. Η ελληνική διάκριση μεταξύ «έρωτος» και «φιλίας» π.χ. συχνά λέγεται ότι είναι ταυτόσημη με την αγγλική μεταξύ «sexual lust» (σεξουαλικής επιθυμίας) και «asexual friendship» (μη σεξουαλικής φιλίας). Αυτό όμως δεν ισχύει! Ο έρως είναι μια μακρόθεν μονόπλευρη αγάπη που επεκτείνει τα όρια. Και η φιλία μια εκ του σύνεγγυς αγάπη.

Το να αποδοθούν στα αγγλικά αυτές οι δυσμετάφραστες έννοιες ή τα πολιτισμικά καθορισμένα στοιχεία της ερωτικής τοπογραφίας της αρχαίας Ελλάδας είναι πολύ δύσκολο και το πρόβλημα επιδεινώνεται από τη σημασιολογική αλλαγή λέξεων όπως lover (εραστής/θαυμαστής) και make love (κάνω κόρτε/ερωτοτροπώ), οι οποίες απέκτησαν νέες σεξουαλικές φορτίσεις τον 20ό αιώνα.

Το πρόβλημα μεγεθύνεται με λέξεις που προέρχονται από τα ελληνικά. Η λέξη «erotic», ας πούμε, απέδιδε σχεδόν τέλεια τη λέξη «ερωτικός» μέχρι τον 19ο αιώνα, σημαίνοντας «παθιασμένος και ρομαντικός»: erotic poetry ήταν πολύ απλά η «ερωτική ποίηση». Γύρω στο 1900 όμως η λέξη erotic έφτασε να σημαίνει σεξουαλικός: erotic art είναι η «σεξουαλική, ελαφρώς πορνογραφική τέχνη», erotic poetry είναι τώρα η «σεξουαλική ποίηση» και ως εκ τούτου μια παραπλανητική μετάφραση του ερωτικός/ή. Με ενοχλεί όταν οι Βρετανοί κλασικιστές αναφέρονται στον Ερωτικό Λόγο του Δημοσθένη ως Erotic Essay.

● Με τόση εμμονή στην αλήθεια και τη λεπτομέρειά της πώς υπάρχετε σε έναν κόσμο που οι ανθρωπιστικές σπουδές υποβαθμίζονται συνεχώς;

Δύσκολη ερώτηση αυτή... Αρκεί να σκεφτούμε πως χειρόγραφα της Σαπφώς για παράδειγμα, που διαβάζονταν και αντιγράφονταν μέχρι το 1000 μ.Χ., μετά σταμάτησαν και οι περγαμηνές χρησιμοποιήθηκαν για αντίγραφα κειμένων χριστιανών Πατέρων. Πρόσφατα, καθώς κάποια από αυτά τα χαμένα ποιήματα ξανάρχονται στο φως μέσα από τις αποξηραμένες αιγυπτιακές μούμιες, βλέπουμε πόσο μεγάλη ήταν αυτή η απώλεια: μια απώλεια για την ανθρώπινη εμπειρία!

Ως προς τη σπουδαιότητα της μελέτης του αρχαίου κόσμου, το λιγότερο που μπορούμε να πούμε είναι ότι καθεμιά από τις πολλές και διαφορετικές ανθρώπινες κουλτούρες αποτελεί ένα μικρό κλάσμα αυτού που συνιστά το ανθρώπινο. Είναι εκπληκτικό το ότι μπορούμε να συνομιλούμε με οικείους όρους με έναν κόσμο τόσο ζωηρό και ποικιλόμορφο όσο και μακρινό και ξένο.

Οι αρχαίοι Ελληνες έτρεφαν πού και πού τη φαντασίωση ενός κόσμου απαλλαγμένου από επιβεβλημένες συνήθειες και θεσμούς, πριν από τη εφεύρεση του γάμου, της εργασίας, της διαφοράς των φύλων, της στέρησης δικαιωμάτων από τις γυναίκες, του χωρισμού ανθρώπων και θεών.

Είναι εκπληκτικό και θαυμάσιο το ότι μπορούμε να συνομιλούμε με μια κουλτούρα χωρίς χριστιανισμό, χωρίς μεσαίωνα, χωρίς Ρωμαίους, χωρίς μέρες της εβδομάδας ή, από την άλλη, με έναν κόσμο με τόσο εξαίσια κατανόηση του σώματος, των πλανητών, των άστρων. Είναι ένας κόσμος άλλοτε πολύ οικείος και άλλοτε πολύ παράξενος. Κάπως έτσι και ο ελληνικός Ερωτας αποτελεί ένα κρίσιμο στοιχείο της αυτοκατανόησής μας αλλά και των ορίων που τέθηκαν ως προς αυτήν στη σύγχρονη εποχή.

Ευχαριστούμε θερμά τον επιμελητή της έκδοσης Δήμο Κουβίδη για τη συνεργασία

♦️ Το βιβλίο «Οι Έλληνες και ο ελληνικός έρως. Μια ριζοσπαστική επανεκτίμηση της ομοερωτικής φιλίας στην αρχαία Ελλάδα» (εκδ. Αλεξάνδρεια) παρουσιάζεται σήμερα Δευτέρα 9/12, στις 19.30, στο Μουσείο Ηρακλειδών (Ηρακλειδών 16, Θησείο). 

Θα παραστεί ο ίδιος ο συγγραφέας και θα μιλήσουν οι: 
  • Λύο Καλοβυρνάς (μεταφραστής), 
  • Τάσος Μπρεκουλάκης (διευθυντής έντυπης έκδοσης LIFO), 
  • Δημήτρης Πλάντζος (αναπλ. καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας, ΕΚΠΑ).



Δεν υπάρχουν σχόλια