Page Nav

HIDE
HIDE_BLOG

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ:

latest

Ιστορίες Παλιάς Θεσσαλονίκης: Μια άγνωστη ασθένεια το 1783 και το μεγάλο καφενείο που έγινε λοιμοκαθαρτήριο

Μια πόλη που άδειαζε από κόσμο, ένα υγειονομικό σύστημα ανύπαρκτο, γιατροί που γέμιζαν τους υποτυπώδεις νεκροθάλαμους. Έφευγαν κι αυτοί μαζί...

Ιστορίες Παλιάς Θεσσαλονίκης: Μια άγνωστη ασθένεια το 1783 και το μεγάλο καφενείο που έγινε λοιμοκαθαρτήριο

Μια πόλη που άδειαζε από κόσμο, ένα υγειονομικό σύστημα ανύπαρκτο, γιατροί που γέμιζαν τους υποτυπώδεις νεκροθάλαμους. Έφευγαν κι αυτοί μαζί ή ακόμη και πριν τους ασθενείς τους. Μια φοβερή ασθένεια ενέσκυψε στη Θεσσαλονίκη το καλοκαίρι του 1783. Κάποιοι μιλούσαν για χολέρα, άλλοι για πανούκλα, οι περισσότεροι για «το κακό που μας βρήκε». Με τον φόβο των Οθωμανών πάνω από το κεφάλι τους κανείς δεν έκανε επίκληση στον Θεό για βοήθεια. Ο Βρετανός πρόξενος Olifer τηλεγραφούσε στην πατρίδα του πως 60 άτομα την ημέρα έχαναν τη ζωή τους, λίγο αργότερα ασθένησαν ο ίδιος και η σύζυγός του και παρέμειναν κλειδωμένοι στο σπίτι τους για πάνω από δύο εβδομάδες, μέχρι να αναρρώσουν. 

Ξένοι περιηγητές έγραφαν πως η Θεσσαλονίκη ήταν εκείνο το καλοκαίρι μια πόλη φάντασμα, όπου οι λιγοστοί διαβάτες που έβρισκαν στον δρόμο απέφευγαν να τους πλησιάσουν για τον φόβο μην κολλήσουν και μιλούσαν μόνο για «το κακό», το οποίο δεν είχε όνομα, αλλά ούτε και γιατρειά. Πολλοί γιατροί είχαν πεθάνει κι αρκετοί πήραν τις οικογένειές τους και έφυγαν σε κοντινούς ορεινούς προορισμούς, όπως στη Βέροια. Μαζί τους και εύποροι έμποροι -αναφέρεται χαρακτηριστικά η οικογένεια Άμποτ- και λόγιοι της εποχής που αναζήτησαν έναν... καθαρό τόπο στη Θεσσαλία και τις Σποράδες, όπου έμειναν για το υπόλοιπο της ζωής τους. 

«Κάτι παράξενο συμβαίνει εδώ, πεθαίνει κόσμος πολύς», ήταν η ενημέρωση που έλαβε η πρεσβεία της Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη τον Αύγουστο του 1783, «οι γιατροί εξαφανίζονται, είτε πεθαίνουν, είτε φεύγουν, μόνο ο υποπρόξενος της Δανίας που ήταν γιατρός δεν αρρώστησε».


Ιστορίες Παλιάς Θεσσαλονίκης: Μια άγνωστη ασθένεια το 1783 και το μεγάλο καφενείο που έγινε λοιμοκαθαρτήριο

Ο Βρετανός πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη, Sir Robert Ainslie, στενός φίλος του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Α΄ και σπουδαίος συλλέκτης νομισμάτων -μέρος της συλλογής του εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο- διάβασε το γράμμα, έβγαλε τα μυωπικά γυαλιά του κι αναρωτήθηκε «τι συμβαίνει εκεί;». Κι ύστερα κάθισε κι έγραψε μια μακροσκελή επιστολή στο Λονδίνο, στην οποία ανέφερε ότι εκείνη την εποχή ολόκληρη η Οθωμανική Αυτοκρατορία μαστίζονταν από ιλαρά και ευλογιά, ασθένειες που ήρθαν ως απόρροια της πανούκλα του 1781 κι αποδεκάτιζαν όσους είχαν επιβιώσει.  

Τι είδους ασθένεια ήταν αυτή που θέρισε τη Θεσσαλονίκη το 1783; Πώς ήρθε και γιατί εξαπλώθηκε με τέτοια ταχύτητα; Η απάντηση δεν έχει δοθεί ακόμη και πιθανόν να μην δοθεί ποτέ, νεότερες έρευνες ωστόσο εκτιμούν πως δεν ήταν χολέρα, ούτε πανούκλα, δύο αρρώστιες που επίσης ξεκλήρισαν μεγάλο μέρος του πληθυσμού τα προηγούμενα και τα επόμενα χρόνια. Μάλιστα, από το 1714 ως το 1805 η πανούκλα έκανε την εμφάνισή της 24 φορές στη Θεσσαλονίκη αφήνοντας πίσω της αμέτρητους νεκρούς.

Σύμφωνα με έρευνα του καθηγητή Ιστορίας στο ΑΠΘ, Βασίλη Γούναρη, αν και είναι δύσκολο να εικάσει κανείς τι είδους ασθένεια ήταν αυτή, σίγουρα δεν επρόκειτο για χολέρα ή πανούκλα. «Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι κάποια ιογενής λοίμωξη. Η περίπτωση όμως του τυφοειδούς πυρετού, την οποία υπαινίσσονται οι πηγές για τη Σμύρνη, είναι ίσως η πιθανότερη και μάλιστα του τύφου που μεταφέρεται από τους ψύλλους των ποντικιών ή ακόμη χειρότερα από τις ψείρες», γράφει ο καθηγητής Β. Γούναρης. 

Στα τέλη του 18ου αιώνα η Θεσσαλονίκη ήταν μια πόλη περιχαρακωμένη στα τείχη της, λαβωμένη από τον ισχυρό σεισμό της 13ης Ιουνίου του 1759 και τους μετασεισμούς που επί 50 ημέρες ταρακουνούσαν την πόλη, αφήνοντας πίσω τους μεγάλο αριθμό θυμάτων και καταστροφών. Η γη έχασκε σε πολλά σημεία και όσοι απόμειναν στην πόλη -ανάμεσά τους και πολλοί Φράγκοι- διέμεναν σε σκηνές. Ο αέρας δεν ανανεώνονταν εύκολα λόγω των τειχών και ήταν μολυσμένος, για τον επιπλέον λόγο πως οι σεισμοί δημιουργούσαν εστίες φωτιάς και τότε εμφανίστηκαν πολλά κρούσματα τυφοειδούς πυρετού. Τα πλοία που κατάφταναν στο λιμάνι έμπαιναν σε καραντίνα, αλλά η απολύμανση και ο έλεγχος φορτίων και ναυτικών ήταν εξαιρετικά δύσκολος. Κόσμος συνωστίζονταν στα παζάρια, χωρίς μέτρα προστασίας, όπως και στα προπύλαια του αρχαίου ιππόδρομου, που αποτελούσε την εποχή εκείνη αξιοθέατο ως κατάλοιπο της αρχαιότητας. Τα σπίτια ήταν παλιά, το σύστημα ύδρευσης και αποχέτευσης ανύπαρκτο, τα ζώα κυκλοφορούσαν πλάι πλάι με τους ανθρώπους στους δρόμους αφήνοντας τις ακαθαρσίες τους, ποντίκια και ψύλλοι έβρισκαν πρόσφορο έδαφος για να αναπαραχθούν. Λίγο καλύτερη - ως πιο ευάερο μέρος- ήταν η κατάσταση στην πάνω πόλη, το Μπαΐρι, όπου κατοικούσε ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Θεσσαλονίκης.


Ιστορίες Παλιάς Θεσσαλονίκης: Μια άγνωστη ασθένεια το 1783 και το μεγάλο καφενείο που έγινε λοιμοκαθαρτήριο

Για υπηρεσίες καθαριότητας, ούτε λόγος. Η πρώτη υπηρεσία οδοκαθαριστών της πόλης ιδρύθηκε το 1869, όταν δήμαρχος εκλέχθηκε ο Σουλεϊμάν Σουντή Μπέης -λόγιος, ζωγράφος και αρχαιολόγος. Τα μέλη της υπηρεσίας ήταν κατάδικοι των φυλακών και στα καθήκοντά τους ήταν να καθαρίζουν τους δρόμους και τους κοινόχρηστους χώρους. Τα απορρίμματα φορτώνονταν σε καΐκια και ξεφορτώνονταν στα ανοιχτά του Θερμαϊκού κόλπου (!!!).

Για τη Θεσσαλονίκη του 18ου αιώνα η ελονοσία και η μαλάρια ήταν ασθένειες αρκετά συνηθισμένες. Το μεγάλο έλος της Μπάρας (στην πρώην Κουλακιά, σημερινή Χαλάστρα) έφερνε πλήθος από κουνούπια από τα δυτικά, στην Πύλη του Βαρδάρη. Και η υγρασία από τη θάλασσα τα βοηθούσε στο να αναπαραχθούν εύκολα και γρήγορα. Οι δρόμοι ήταν χωμάτινοι με λακκούβες και λιμνάζοντα νερά, ενώ τραγική ήταν η κατάσταση και στο νεκροταφείο της Ευαγγελίστριας στα ανατολικά τείχη, όπου η εικόνα προκαλούσε αποτροπιασμό. Οι τάφοι ανοίγονταν με πρόχειρα σκαπτικά μέσα και οι νεκροί θάβονταν σε μικρό βάθος, οι φτωχοί μάλιστα χωρίς φέρετρο. Έτσι οι βροχές, που ήταν και συχνές, ξέθαβαν τις σορούς κι αυτές αποτελούσαν τροφή για τα σκυλιά. 

Μετά την σπάνια και άγνωστη ασθένεια του 1783 οι αρχές αποφάσισαν να βρουν έναν χώρο απομόνωσης των ασθενών, έτσι ώστε να περιορίσουν την εξάπλωση. Χρειάστηκε βέβαια να περάσουν χρόνια, καθώς το σχετικό φιρμάνι για την ίδρυση και λειτουργία λοιμοκαθαρτηρίων εκδόθηκε από τον Σουλτάνο το 1829 και ο πρώτος τέτοιος χώρος ξεκίνησε στη Μολδοβλαχία. Εκεί έμεναν υποχρεωτικά τα ύποπτα εμπορεύματα και ταξιδιώτες για μέρες ακόμη και για εβδομάδες, καθώς κανείς δεν μπορούσε να εγγυηθεί την αποθεραπεία. 

Στη Θεσσαλονίκη το πρώτο λοιμοκαθαρτήριο λειτούργησε το 1837, μετά από μία -νέα- επιδημία πανούκλας. Κι επειδή ο χρόνος πίεζε και δεν μπορούσε να ανεγερθεί ένα κτήριο, επιτάχθηκε ένα μεγάλο καφενείο, κοντά στο λιμάνι, ενώ αργότερα δημιουργήθηκε ένας νέος χώρος στη Συνοικία των Εξοχών (κοντά στη σημερινή Σχολή Τυφλών) και κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Καλαμαριά, εκεί όπου σήμερα είναι η πλαζ της Αρετσούς.

Η «χωρίς όνομα» ασθένεια του 1783 ταλαιπώρησε την πόλη ως τον Γενάρη του 1784 και άφησε πίσω της πολλούς νεκρούς. Κάποιες βενετικές πηγές αναφέρουν πως τα θύματα ήταν 30.000-40.000, αριθμός όμως που κρίνεται υπερβολικός, καθώς ο πληθυσμός της Θεσσαλονίκης ήταν τότε γύρω στις 60.000 και δεν επιβεβαιώνεται το ότι η πόλη έμεινε με λιγότερους από τους μισούς κατοίκους. Επιπλέον πληροφορίες για αριθμητικά δεδομένα δεν αναφέρονται σε καμία άλλη πηγή. 

Αν οι ψείρες στο τρίχωμα των ποντικιών έκαναν τόσο μεγάλο κακό στη Θεσσαλονίκη εκείνη την εποχή ή αν κάποια άλλη θανατηφόρα ασθένεια έπληξε την πόλη, είναι κάτι που ίσως να μην το μάθουμε ποτέ. Η ιστορία όμως είναι για να ερευνά, να καταγράφει τα γεγονότα και να αναζητά τις αιτίες και τις επιπτώσεις τους...


Πηγή: Μ. Ριτζαλέου, Voria

Δεν υπάρχουν σχόλια